Acrobase  

Καλώς ήρθατε στην AcroBase.
Δείτε εδώ τα πιο πρόσφατα μηνύματα από όλες τις περιοχές συζητήσεων, καθώς και όλες τις υπηρεσίες της AcroBase.
H εγγραφή σας είναι γρήγορη και εύκολη.

Επιστροφή   Acrobase > Επιστήμη & Εκπαίδευση > Θεολογικά θέματα
Ομάδες (Groups) Τοίχος Άρθρα acrobase.org Ημερολόγιο Φωτογραφίες Στατιστικά

Notices

Δεν έχετε δημιουργήσει όνομα χρήστη στην Acrobase.
Μπορείτε να το δημιουργήσετε εδώ

Απάντηση στο θέμα
 
Εργαλεία Θεμάτων Τρόποι εμφάνισης
  #1  
Παλιά 26-12-07, 22:58
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Η Σάρκωσις του Λόγου

για την Σάρκωση του Λόγου (από άγιο Μάξιμο Ομολογητή και το βιβλίο φιλοσοφικά και θεολογικά ερωτήματα, λόγος Δ')


Από πανηγυρικό λόγο εις την Γέννησιν του Χριστού, του Μακαρίου Σκορδίλη.

Χριστός γεννάται, δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε, Χριστός επί γης υψώθητε• άσατε τω Κυρίω πάσα η γη• εξέλθετε λοιπόν από τας θύρας του ουρανού, σεις οι λειτουργοί του Πρώτου Φωτός, αι δεύτεραι λάμψεις και ακτίνες της Υπερφώτου Ουσίας, τα νοερά και άυλα πνεύματα των Αγγελικών ουσιών δια την παράδοξον ταύτην θεωρίαν εξέλθετε, δια να Τον προϋπαντήσετε ουχί ως φοβερόν Βασιλέα επάνω εις τα ύψη του Ουρανού, αλλ’ ως ταπεινότατον δούλον μέσα εις το σπήλαιον της Βηθλεέμ• ουχί δια να ψάλλετε το εν τοις υψίστοις μέγαν Θεόν, αλλά το εν τοις ταπεινοίς μικρότατον Βρέφος• ‘’και εξαίφνης εγένετο συν τω Αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου, αινούντων τον Θεόν και λεγόντων’ δόξα εν υψίστοις Θεώ και επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία’’. (Λουκ β’13,14)

.......

…στην Αγία Τριάδα δεν νοούμε τρεις φύσεις αλλά τρεις υποστάσεις, ούτε μίαν υπόστασιν, επειδή είναι μία ουσία και φύσις αλλά μίαν μόνην ουσίαν και φύσιν εις τρεις υποστάσεις, ούτω και εις το Παιδίον τούτο όπου γεννάται την σήμερον, δεν δυνάμεθα να είπωμεν ποτέ δύο υποστάσεις, διότι έχει δύο ουσίας, ούτε πάλιν μίαν ουσίαν, διότι έχει μίαν υπόστασιν, αλλά μιαν μόνην υπόστασιν εν δυσί τελείαις ταις φύσεσι και ενεργείαις. Προσκυνούμεν λοιπόν και λατρεύομεν εκεί μίαν μόνον ουσίαν και φύσιν της Θεότητος εν τρισίν υποστάσεσιν, προσκυνούμεν και εδώ μιαν μόνην υπόστασιν, εν δυσί φύσεσιν. Ομολογούμεν εκεί αδιαίρετον την ουσία της Θεότητος διηρημένας δε τας υποστάσεις και ασυγχύτους. Ομολογούμεν και εδώ αδιαίρετον την υπόστασιν, διηρημένας δε τας φύσεις και άσυγχύτους.

Όλον εκεί αχώριστον τον Υιόν και συναϊδιον τω Πατρί και τω Πνεύματι, όλον αχώριστον και εδώ τον Υιόν εν τη Μητρί και τοις άνθρώποις. Εκεί Άναρχον γέννησιν εκ του Πατρός, εδώ χρονικήν γέννησιν εκ της Μητρός εκεί αμήτορα Υιόν εν Πατρί, εδώ απάτορα Υιόν εν Μητρί. Ώστε όπου εκεί ομολογούμεν και πιστεύομεν άσαρκον Λόγον εν ουρανώ εκ του Πατρός, εδώ πιστεύομεν σεσαρκωμένον τον Λόγον εν τη γή εκ της Μητρός. Πιστεύομεν λοιπόν το Παιδίον τούτο τέλειον Θεόν και τέλειον άνθρωπον, δύο τας φύσεις και ενεργείας δοξάζοντες, εν μία μόνη τη υποστάσει. Πιστεύομεν και ομολογούμεν ακόμη και την Μαρίαν Παρθένον και Θεοτόκον, Παρθένον εν τόκω, προ τόκου και μετά τόκον, διότι άπάτωρ εν τη γεννήσει ο Λόγος, Θεοτόκον, διότι ο γεννηθείς, και τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος εγεννήθη εξ αυτής.

Εμάθαμεν το ένα μυστήριον της σημερινής εορτής, πώς πρέπει να πιστεύωμεν το Παιδίον τούτο. Αλλά πώς να μάθωμεν διά το άλλο, το οποίον φαίνεται πολύ δύσκολον; Είπομεν, ότι ό Θεός φύσει δεν θεωρείται από τίνα, λοιπόν πώς θα τον ίδωμεν ημείς; Θεός τέλειος και άνθρωπος τέλειος, μας είπεν ό Δαμασκηνός, ότι είναι το Παιδίον τούτο, και τοιουτοτρόπως να το πιστεύωμεν, ως Άνθρωπον το θεωρούμεν εν τη φάτνη, διότι είναι νήπιον, διότι είναι σεσαρκωμένον, διότι τρέφεται με γάλα, διότι ενδύεται με σπάργανα, ίδια της ανθρωπίνης φύσεως. Διά να το ίδωμεν όμως ως Θεόν, εδώ μεγάλη η δυσκολία, ακούω τον Ευαγγελιστήν Ιωάννην όπου λέγει ‘’Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» (Ιωαν. α' 18) και αφού κανένας δεν είδε ποτέ τον Θεόν (κατά την μαρτυρίαν του Ιωάννου), πως ημπορούμεν τώρα ημείς να τον ίδωμεν την σήμερον εις την Βηθλεέμ;

Άλλ’ αυτού βλέπω μέγαν Προφήτην όπου αναβαίνει δρομαίως εις το όρος του Σινά διά να ίδη τον θεόν, και να ομιλήση με Αυτόν, και εγώ θέλω να φωνάξω διά να μου δείξω τον τρόπον να ίδω και εγώ τον Θεόν, Μωϋσή, Μωϋσή, μένε ολίγον παρακαλώ δια να σε ερωτήσω δι' εν μυστήριον, αυτού όπου αναβαίνεις δια να ίδης τον Θεόν, δεν με παίρνεις και εμέ, δια να ίδω το σεβάσμιον Αυτού πρόσωπον; δεν μοι ερμηνεύεις τον τρόπον δια να ίδω και εγώ τοιούτον παράδοξον θαύμα; αχ, με κωλύουν αι αμαρτίαι, και δια τούτο μου λέγει ο Μωυσής, ‘’Μη, μη εγγίσης ώδε, είναι τρόμος και φόβος, εδώ σείονται τα βουνά, καπνίζονται αι κορυφαί και τρέμει το όρος από τον φόβον, εδώ άστραπαί, εδώ θύελλα και γνόφος, εδώ φλόγες αναβαίνουν έως τον ουρανόν, εδώ αί βρονταί των σαλπίγγων εδώ καίεται ή κορυφή του Σινά από το πυρ της Θεότητος, ώστε μη υποφέρων να ενατενίσω εις τας ακτίνας εκείνας της θείας δόξης, σκεπάζω το πρόσωπον, και τρέμων από τον φόβον μου κρύπτομαι εντός λίθου, μη με εγγίσης λοιπόν, διότι και εγώ, μόλις είδον μέρος του Θεού αμυδρώς’’.

Φευ της δυστυχίας! και αν ο Μωϋσής, όπου είναι Προφήτης και Άγιος, δεν ημπορεί να ίδη τον Θεόν, ημείς οι αμαρτωλοί πώς θέλομεν τον ίδει; «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» (Ίωάν. α' 18)• και πώς να τον θεωρήσωμεν; ακολουθείτε λοιπόν έως εις την Βηθλεέμ, και ίσως να τον ίδωμεν, αυτού δεν είναι φόβος, αστραπαί, γνόφος και φλόγες, ως εις το Σινά, είναι μάλιστα μεγάλη χαρά «Ιδού γαρ ευαγγελίζομαι υμίν χαράν μεγάλην, ήτις έσται παντί τω λαώ» (Λουκ. β' 10)• είναι Ιωσήφ ολίγον λυπημένος, είναι Μαρία Μητέρα, είναι Ποιμένες θαυμάζοντες, είναι βασιλείς δωροφορούντες, είναι πλήθος στρατιάς ουρανίου δοξολογούντες, είναι σπήλαιον, φάτνη και κτήνη, όλα εις χαράν και αγαλλίασιν, είναι μικρόν Παιδίον εσπαργανωμένον εν τη φάτνη• ακολουθείτε λοιπόν, και ιδού το παιδίον ο Ιησούς αυτό είναι τέλειος Θεός και τέλειος Άνθρωπος. Βλέπετε τώρα Χριστιανοί με τους οφθαλμούς τον αόρατον Θεόν; τον πιάνετε με τας χείρας; Άλλ’ ουχί πάλιν σεις δεν εννοείτε το Παιδίον τούτο, ότι είναι καθαρός Θεός, πάλιν σεις δεν θεωρείτε τόσον λαμπρά τον αόρατον Θεόν, διότι έχετε σκεπασμένον το πρόσωπον της διανοίας, ουχί ως ο Μωϋσής από τον φόβον, αλλά ως απαίδευτοι από τον λόγον και λοιπόν προσέχετε μόνον, και θα τον ίδητε με τους οφθαλμούς, και θα τον πιάσετε με τας χείρας.

Δεν είναι αληθές, Χριστιανοί, ότι ούτος ο λόγος όπου ομιλώ εγώ και τον ακούετε τώρα σεις, γεννάται μέσα από τον νουν μου; Ναι, βέβαια' λοιπόν αυτός ο προφορικός λόγος είναι άϋλος, είναι ασώματος• και διά τούτο, ούτε θεωρείται ούτε πιάνεται’ διατί, είπέτε μοι; όταν εγώ τώρα ομιλώ τον πανηγυρικόν τούτον λόγον, και τον ακούετε, ημπορεί κανείς από σας ή να τον ίδη με τους οφθαλμούς, ή να τον πιάση με τας χείρας; ουχί ποτέ• τόσον μόνον όπου ακούετε τον ήχον της φωνής μου, ο οποίος εξέρχεται εκ του στόματος μου, σχίζει τον επιπροσθούντα αέρα, και εκείνος ο κτύπος είναι όπου εμβαίνει εντός των ωτίων σας, και ακούετε τον λόγον• τοιουτοτρόπως είναι φύσει ο λόγος ούτος και αόρατος και αψηλάφητος’ άλλ’ αν πιάσω τον κάλαμον με την χείρα, έπειτα να ζωγραφήσω ή και να κοσμήσω τον λόγον τούτον με φορέματα, ήτοι με τα γράμματα, με τα στοιχεία, επάνω εις χάρτην, τότε παρευθύς δεν γίνεται ορατός και ψηλαφητός ο αόρατος λόγος; τότε παρευθύς δεν τον βλέπετε με τους οφθαλμούς, και τον πιάνετε με τας χείρας; Ναι βέβαια, διότι ούτω θέλει και η αλήθεια• τούτο βεβαιώνει και ο εξ Άγκυρας Θεόδοτος εις τον λόγον των γενεθλίων• ‘’επειδάν ο λόγος ενδύσηται γράμματα και στοιχεία, φαινόμενος γίνεται, όψει καταλαμβάνεται, αφή ψηλαφάται’’.

Τώρα αυτό το Παιδίον είναι ο Μονογενής Υιός του Θεού, ο ενυπόστατος Λόγος του Πατρός, ο ομοούσιος και συναϊδιος τω Πατρί και τω Πνεύματι• ο οποίος ήτο πρώτον ασώματος και άυλος φύσει, και δεν ηδυνάμεθα ούτε να τον ίδωμεν ούτε να τον πιάσωμεν• και τούτο είναι όπου προείπομεν με τον Ευαγγελιστήν• ‘’Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» (Ιωάν. α’ 18)• αλλά τώρα, διότι εζωγραφήθη με τον κάλαμον του Παναγίου Πνεύματος από τον Άναρχον Νουν, τον Πατέρα, εντός του χάρτου, εις την κοιλίαν της Παρθένου, και εστολίοθη με τα γράμματα, δηλαδή με την σάρκα, γίνεται παρευθύς ορατός και ψηλαφητός ο αψηλάφητος• παρευθύς τον θεωρούμεν, με τους οφθαλμούς, τον πιάνομεν με τας χείρας• θεολογεί εις τούτο και πάλιν ο του Θεού ηγαπημένος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης• «Και ο Λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά Πατρός, πλήρης Χάριτος και αληθείας» (Ιωάν. α'14).

Εννοήσατε λοιπόν, αδελφοί μου, ότι εδώ είναι νους, εκεί είναι Πατήρ• εδώ είναι λόγος προφορικός όπου γεννάται από τον νουν αϊδίως, εκεί ουχί προφορικός, άλλ' ενυπόστατος Λόγος και ουσιώδης όπου γεννάται από τον Πατέρα αϊδίως• εδώ εις τον νουν και εις τον χάρτην αχώριστος ο λόγος, εκεί επάνω εις τον Πατέρα και κάτω εις την Μητέρα αχώριστος ο ενυπόστατος Λόγος• εδώ μόνον η χειρ μου δια γραμμάτων γεννά τον λόγον επάνω εις τον χάρτην και ουχί ο νους, εκεί η Παρθένος δια τού σώματος γεννά τον Θεόν επάνω εις την Βηθλεέμ, και ουχί ό Πατήρ• εδώ βλέπετε τον λόγον μου επάνω εις τον χάρτην, διότι τον εστόλισα με τα γράμματα και τον πιάνετε• εκεί βλέπετε τον Λόγον του Θεού επάνω εις την Βηθλεέμ, διότι τον εστόλισεν ή Παρθένος με την σάρκα και τον πιάνετε• εδώ ο νους γεννά αϊδίως τον λόγον και η χειρ μόνον άπαξ εις τον χάρτην, εκεί ό Πατήρ γεννά αϊδίως τον Λόγον, και ή Παναγία μόνον άπαξ εις την φάτνην• ούτος είναι ο τρόπος, Χριστιανοί, με τον οποίον βλέπετε σήμερον τον αόρατον Θεόν με τα όμματα και τον πιάνετε με τας χείρας, ό,τι λογής θεωρείτε τον λόγον μου εις τον χάρτην και τον πιάνετε• δεν χρειάζεται τώρα άλλο, παρά να θεωρήσετε νοητώς και να πιάσετε τον αόρατον δια να εννοήσητε σήμερον τοιούτον παράδοξον μυστήριον• διότι ό,τι λογής δεν ημπορείτε να θεωρήσετε και να πιάσετε τον λόγον όπου γράφει η χειρ μου δια γραμμάτων επάνω εις τον χάρτην, αν δεν αναβιβάσετε πρώτον τον νουν σας εις την θεωρίαν του λόγου, τοιουτοτρόπως δεν ημπορείτε να θεωρήσετε και να ψηλαφήσετε τον Θεόν όπου γεννά η Παρθένος Μαρία δια σαρκός επάνω εις την Βηθλεέμ, ανίσως και δεν υψώσετε πρώτον τον νουν εις την μυστηριωδεστάτην θεωρίαν του Υιού και Λόγου του Θεού.

Υψώσατε λοιπόν τον νουν, την διάνοιαν, τον στοχασμόν, εις το γεννηθέν τούτο Παιδίον, και βλέποντες και πιάνοντες νοητώς τον Θεόν, προσκυνείτε και ψάλλετε ευφραινόμενοι• «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; συ εί ο Θεός ο ποιών θαυμάσια μόνος» (Ψαλμός' 14—15, οα' 18). Ψάλατε αυτώ και προσκυνείτε την Βασιλείαν του, διότι εγώ ακούω ένα άλλον Βασιλέα όπου ετοιμάζεται και αυτός δήθεν δια να τον προσκυνήση και δια τούτο θέλω να του ομιλήσω και να του είπω τοιούτους λόγους.

Παράνομε και ασεβέστατε βασιλεύ, διότι ο ενυπόστατος Λόγος του Θεού γεννάται την σήμερον εις την Βηθλεέμ από την Παναγίαν την Παρθένον, συ βλέπων και καταλαμβάνων τούτον τέλειον Θεόν και τέλειον άνθρωπον, διατί σκοτίζεσαι και ταράττεσαι και αφρίζεις; Διότι εγεννήθη σήμερον ο Χριστός μου Ιησούς εις την γην, συ φθονείς και αγριώνεσαι και θυμώνεις; συ προσποιείσαι προσκύνησιν, διά να τον φονεύσης; συ πολεμείς τον ουράνιον Θεόν, ο οποίος σοι εχάρισεν, αχάριστε, την βασιλείαν και την ζωήν, συ φονεύεις τα νήπια και αρπάζεις ταύτα από τας αγκάλας των μητέρων των; συ ποτίζεις την γην περισσότερον από τα αίματα, παρά η βροχή από τα νάματα; συ σφάζεις δεκατέσσαρας χιλιάδας παιδία, τόσον ώστε να κάνης ώσπερ βουνά τα σώματα των, ανακατωμένα με τας κεφάλας τας κεκομμένας και επάνω αυτών μητέρες ολιγοψυχισμέναι;

Ω ουρανέ και πως δεν κατακαίεις με τα αστροπελέκια τοιούτον παράνομον άνθρωπον; ώ γη και πώς δεν σχίζεσαι ταύτην την ώραν, διά να καταπίης τοιούτον βρεφοκτόνον Ηρώδην; Α, μάταιε και ασεβή, ά, θεοκτόνε και φθονερέ βασιλεύ! Ο αναίσθητος λίθος συμπονεί και λυπείται διά τον φόνον όπου ποιείς εις τα βρέφη και σχιζόμενος εις δύο μέρη κρύπτει την Ελισάβετ με τον Ιωάννην, διά να μη τον φονεύσης, και δεν σχίζεται η λιθίνη καρδία σου, να γνωρίση την αμαρτίαν, να ακούση τας φωνάς των μητέρων και να λυπηθή εις τα δάκρυα όπου χύνουν; «Παύσατε, παύσατε, ώ ευλογημένοι μητέρες, την λύπην, παύσατε τα δάκρυα και τους πόνους, διότι ταχέως επέρχεται ή θεία δίκη επί την κεφαλήν του αντιδίκου σας, να θερίση την ζωήν του και να ρίψη την πονηράν του ψυχήν εις την αιώνιον κόλασιν’ οι δε τρυφερώτατοι βλαστοί, τα ηγαπημένα σας τέκνα, όπου εσφάγησαν διά την Γέννησιν του Κυρίου και Σωτήρος μας, θέλουν ανθήσει εις τον ουράνιον λειμώνα, εις την Βασιλείαν των ουρανών, διά να πέμπωσιν εκείθεν την ευωδίαν εις τας ψυχάς σας».

Ημάς δε, ώ Υιέ του Θεού, όπου μας ηξίωσες σήμερον και επροφθάσαμεν εις την Αγίαν σου Γέννησιν, ως όπου εχρίσθημεν και εβαπτίσθημεν εις την Αγίαν Τριάδα, πιστεύομεν και ομολογούμεν Σέ το μικρόν Βρέφος, τέλειον Θεόν και τέλειον άνθρωπον, ομολογούμεν αχώριστον του Πατρός και αχώριστον της Μητρός. Προσκυνούμεν μιαν ουσίαν και φύσιν εις την Αγίαν Τριάδα εν τρισίν υποστάσεσι• προσκυνούμεν και μιαν υπόστασιν εις σε τον θείον Λόγον εν δυσί φύσεσι και ενεργείαις• Ομολογούμεν ασυγχύτως και αδιαιρέτως τας υποστάσεις εκεί εις την ουσίαν, ομολογούμεν και εδώ, ασυγχύτως και αδιαιρέτως τας φύσεις εις την υπόστασιν’ ορώμεν σε τον αόρατον Θεόν εν τη φάτνη ώσπερ τον ημέτερον λόγον εν τω χάρτη. Κηρύττομεν και την Μητέρα σου, Παρθένον και Θεοτόκον. Προσκυνούμεν τα σπάργανα, υμνούμεν την φάτνην, δοξολογούμεν την Αγίαν σου Γέννησιν, δι' ης και ελπίζομεν να απολαύσωμεν την Βασιλείαν σου. Αμήν.

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη mystakid : 17-03-11 στις 11:55
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (07-12-08)
  #2  
Παλιά 31-12-07, 02:24
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Ο λόγος που ανέβασα τμήμα του παραπάνω πανηγυρικού, ήταν εμφανώς για την εορτή των Χριστουγέννων και στο σκέλος του, πως δλδ πρακτικά μπορεί κάποιος να αντιληφθεί τον αόρατο και ασύλληπτο Λόγο να σαρκούται, όπως δια των ενδυμάτων (γραμμάτων – στοιχείων) και ο δικός μας προφορικός λόγος, ο πρώην ασύλληπτος και αόρατος, αφή ψηλαφάται, όψει καταλαμβάνεται.

Εκτιμώ όμως, ότι αν μείνει ασύνδετο με τα πριν και τα μετά, ιδιαίτερα με εμάς, το θεολογικό γεγονός, καταβιβάζεται σε απλά ιστορικό και θρησκολογικό, χάνοντας το βαθύτερο νόημα, ακόμη και το ‘’γιατί’’ Ο Κύριος έπρεπε (κατά κάποιον τρόπο) να φορέσει Σάρκα και να ‘’πάθει’’ όσα έπαθε για την δική μας τελειότητα, αν θα μπορούσε κι αλλιώς.

Οι περισσότεροι θεϊστές, δέχονται την ύπαρξη ενός Ανώτερου Όντος, μιας Υψίστης Δύναμης. Μεταξύ αυτών είναι και η θεώρηση του Θεού από τον Μωυσή, ως ο ΩΝ (ως ο υπάρχων και ως Αιώνιο Παρών). Παραμένοντας στον φιλοσοφικό χώρο του άπιαστου υπέρχρονου και υπέρχωρου Θεού δεν αντιλαμβάνονται/δέχονται την παρουσία Του, ως ψηλαφητό Υιό και Λόγο, σεσαρκωμένο και Εσταυρωμένο.

Εκεί βρίσκεται το Μυστήριο της Γεννήσεως και από πρώην (μόνο) ΩΝ ενχρονιζόμενος και χωρούμενος μέσα στον χωροχρόνο μας, γίνεται συγχρόνως ο ΗΝ ( παρελθών) και χωρίς να αποχωρισθεί από το ΩΝ (παρών) γίνεται και Ο ΕΡΧΟΜΕΝΟΣ (μέλλων), εν Σαρκί.

Όπως μια πέτρα που πέφτει στο κέντρο μιας λίμνης δημιουργεί ομόκεντρους κύκλους μέχρι τα όρια, έτσι και Ο Κύριος επεκτείνει την παρουσία Του ‘’κραδαστικά’’ έως τα πέρατα, από την Γένεση μέχρι την Συντέλεια, πληρώντας (γεμίζοντας) τον χωροχρόνο και κάθε αντιληπτή και μη διάσταση ζωής.

Είναι φυσικό, αυτά τα ιδιαίτερα κύματα, να θέλουν και ιδιαίτερο δέκτη αντίληψης και συντονισμού.

Ευελπιστώ, με την βοήθεια των θεολόγων της ακροπαρέας, να ψηλαφήσουμε – εντοπίσουμε αυτό το ίχνος, να αντιληφθούμε ορθά αυτόν τον οδοδείκτη που μας έστησε η Οδός, για να μην χάσουμε τον ‘’βατό δρόμο’’ από τη γη στον ουρανό. Βατό μάλιστα, ΚΑΙ με την σάρκα.

Στο παρόν δέντρο, σκέφτομαι να γράφω τμηματικά στοιχεία του όλου δρόμου, συνδετικά με τον λόγο μας, αναλογικά του Λόγου.

Δεν περνάει ούτε μία μέρα (του ενιαυτού) και την επόμενη 26 Δεκ εορτάζουμε την σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου και την εις την Αίγυπτον φυγήν. Ούτε 3 ημέρες που μνήμη ποιούμεθα της σφαγής των νηπίων. Κι όλα τρέχουν τόσο γρήγορα .

Ο Κύριος, έφυγε για δύο λόγους. Αν ως Θεός (μόνο φυσικά και) δεν ‘’φοβόταν’’ την μανία του Ηρώδη, και έμενε στην Βηθλεέμ, φυσικά και θα απεκόπτετο από την μιαιοφόνο χείρα του (14 φάλαγγες – εξού και τα 14.000 νήπια). Έτσι, θα εμποδιζόταν η σωτηρία των ανθρώπων. Αν πάλι έμενε άθικτος για να τελειώσει την θείαν Οικονομία, θα φαινόταν στους πολλούς, ότι δεν εφόρεσε την ανθρώπινη φύση πραγματικά και κατ’ αλήθεια, αλλά κατά φαντασία.

Και χωρίς να ισχύσει κάτι τέτοιο δλδ να παραμείνει και να ξεφύγει της μανίας του Ηρώδη, ως φάντασμα, ο θεομάχος Μάνης και οι οπαδοί του Μανιχαίοι δογματίζουν ότι Ο Κύριος μόνο κατά φαντασία εγεννήθη. (που δλδ και να τους δινόταν κάποια τέτοια σχετική αιτία και αφορμή τι θα έλεγαν).

Ο άλλος λόγος, ο σπουδαιότερος, ήταν για να εκπληρωθεί το ρηθέν εκ του Ωσηέ προφήτου, (Ωσ. ια’1) ότι ‘‘Ότε ο Ισραήλ ήτο νήπιον, τότε εγώ ηγάπησα αυτόν και εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον Υιόν μου’’.

Αυτή η εν σκιά οδοιπορία ‘’απελευθέρωσης’’ του ισραηλιτικού γένους από την Αίγυπτο, προς την κάτω Ιερουσαλήμ αποτυπώνει την βατή κλίμακα από την δουλεία της γης και του κοσμοκράτορα (νοητή Αίγυπτος) στην Άνω Ιερουσαλήμ και Ουράνια Βασιλεία.



Η με ‘’δύναμη’’ και ‘’σημεία’’ έξοδος είναι η μονόφθαλμη οπτική γωνία των γεγονότων. Ήδη προτυπώθηκε η με ‘’σοφία’’ έξοδος, (πάλι από την Αίγυπτο) όσο αντιλαμβάνεται κάποιος τον ‘’λόγο’’ ύπαρξης της κλίσης του διαδρόμου κατάβασης (26ο 33’) στην πυραμίδα του Χέοπα και ότι όταν αυτός προβληθεί στο έδαφος, ‘’δείχνει’’ τον δρόμο προς την Βηθλεέμ. (Είναι αυτό που σχηματίζω πιο πάνω με την διακεκομμένη ευθεία).

Κι ο αρμονικός άνθρωπος, έχει δύο μάτια. Χρησιμοποιεί την διασκοπική όραση και αποκτά το απαιτούμενο βάθος όρασης. Από εμάς εξαρτάται να μην τα βλέπουμε μονοδιάστατα τα γεγονότα. Και πάλι, ο αρμονικός άνθρωπος, έχει δύο σκέλη.

Κι Ο Κύριος, Ο Άνθρωπος, έχει δύο ισότιμα και ισοδύναμα σκέλη, δύο ισότιμα και ισοδύναμα μάτια. Αυτό της ενυπόστατης Σοφίας και της ενυπόστατης Δύναμης.

οι Ιουδαίοι σημείον αιτούσι και οι Έλληνες σοφίαν ζητούσιν, ημείς δε κηρύττομεν Χριστόν εσταυρωμένον…

Ο Κύριος, καλύπτει κάθε φιλόσοφη και φιλοδύναμη θεώρηση της ζωής, προτείνοντας μάλιστα την σταυρική αρμονία, όσο αντιλαμβανόμαστε την αμέσως επόμενη θέση της Αγίας Γραφής, (Απ. Παύλου) δλδ ότι Ο Κύριος συμπυκνώνει – είναι και η Θεού Δύναμις και η Θεού Σοφία, ως η ενσαρκωμένη Παναγαθότητα.

…εις μεν τους Ιουδαίους σκάνδαλον, εις δε τους Έλληνας μωρίαν, εις αυτούς όμως τους προσκεκλημένους, Ιουδαίους τε και Έλληνας, Χριστόν Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν•…

… Στον απτό – βατό (πλέον) δρόμο εξόδου από την Αίγυπτο στην Ιερουσαλήμ, αυτόν που περπάτησε Ο Κύριος για να εξαγιάσει και συνδέσει με την θεία βούληση και Οικονομία, συναντάμε το όρος Σινά, όπου στους πρόποδες ο Μωυσής αντικρύζει με θαυμασμό την φλεγόμενη και μη καιόμενη βάτο, την προτύπωση της Παναγίας, που εδέχθη στα σπλάγχνα Της, ενσαρκώνοντας (χωρώντας και ενχρονίζοντας τον Άχωρο και Άναρχο Θεό) το πυρ της Θεότητος, χωρίς να καεί.

Εκεί το όρος καπνίζει με την παρουσία του ‘’Εγώ ειμί ο ΩΝ’’ βρονταί και αστραπαί. Εδώ ο λίθος ο εκπεσών εκ του αλατώμητου όρους, η Πέτρα Χριστός, προσεγγίζεται εν σαρκί, με τις ίδιες προϋποθέσεις. Σεβασμός: …ο τόπος επί του οποίου ίστασαι είναι γη αγία…

και εφεξής με την Θεοτόκον, σε θεωρία και πράξη, συνοδοιπορία προς δόξαν Θεού, δια της κλίμακας με τα επτά σκαλοπάτια όπως αυτή αγιογραφήθηκε στην Σοφία του Θεού (Ι.Μ. Λειμώνος Λέσβου)



πίστις, αγνεία, ελπίς, αγάπη, πραότης, χάρις, δόξα όπου, αν κάποιος το επιθυμεί, στο μέτρο της άσκησης – επίτευξης αυτών των χαρισμάτων – ιδιοτήτων – ενεργειών στην οδοιπορία του προς τον Ύψιστο Θεό, εν μέρει, και καθ’ ολοκληρίαν στην Θεοτόκο, ενσαρκώνεται Ο Κύριος με συνημμένα τα: δόξα εν υψίστοις Θεώ και η επί γης (υπέρ νουν) ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία, ευ-δοκία (κι όχι αυθαιρεσία ή κατά φαντασία) ήτοι γνωρίζεται ορθά βιωματικά το μυστήριο, όπου ‘’ο Λόγος σάρξ εγένετο’’, με το πως και το γιατί (κοινωνώντας τις αιτίες - λόγους).

Αυτώ η δόξα και το κράτος και η Δύναμις, κι η Βασιλεία κι η Ευχαριστία και η προσκύνησις Του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν.

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη mystakid : 06-01-13 στις 00:50
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (05-01-09)
  #3  
Παλιά 01-01-08, 23:21
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Τη α’ του μηνός Ιανουαρίου την κατά σάρκα ΠΕΡΙΤΟΜΗΝ του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ εορτάζομεν.

Κάθε λέξη που ακολουθεί, έχει βαθύτατο θεολογικό, ανθρωπολογικό, σωτηριολογικό νόημα, εξηγώντας το γιατί πρέπει να ‘’εορτάζομεν’’ την κατά σάρκα περιτομή του Κυρίου και εμμέσως πλην σαφώς, την δική μας (αναλογική) σχέση – κοινωνία δλδ λόγου και Λόγου.

Απολυτίκιο
Μορφήν αναλλοιώτως ανθρωπίνην προσέλαβες, Θεός ών κατ' ουσίαν, πολυεύσπλαγχνε Κύριε, καί Νόμον εκπληρών, περιτομήν, θελήσει καταδέχη σαρκικήν, όπως παύσης τά σκιώδη, καί περιέλης τό κάλυμμα τών παθών ημών, Δόξα τή αγαθότητι τή σή, δόξα τή ευσπλαγχνία σου, δόξα τή ανεκφράστω Λόγε συγκαταβάσει σου.

Κοντάκιο
Ο τών όλων Κύριος, περιτομήν υπομένει, καί βροτών τά πταίσματα, ως αγαθός περιτέμνει, δίδωσι τήν σωτηρίαν σήμερον κόσμω χαίρει δέ εν τοίς υψίστοις καί ο τού Κτίστου, Ιεράρχης καί φωσφόρος, ο θείος μύστης Χριστού Βασίλειος.

Μεγαλυνάριο
Σάρκα οκταήμερος ως βροτός, ο των όλων Κτίστης, περιτέμνεται νομικώς, την εξ ακρασίας, ημών κακίαν τέμνων. Αυτού την αγαθότητα μεγαλύνωμεν.


…Συγκαταβαίνων ο Σωτήρ, τώ γένει τών ανθρώπων, κατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν, ουκ εβδελύξατο σαρκός τήν περιτομήν, ο οκταήμερος κατά τήν Μητέρα, ο άναρχος κατά τόν Πατέρα. Αυτώ πιστοί βοήσωμεν. Σύ εί ο Θεός ημών, ελέησον ημάς.


Δεν σημείωσα (τουλάχιστον με υπογράμμιση) τα σημεία που ενδεικνύουν την πορεία βιωμάτων από το σκιώδες στην ουσία, για να τηρηθούν οι προτεινόμενες (από την Εκκλησία) ισορροπίες, καθώς όλα κινούνται στο αυτό πνεύμα ανόρθωσης, όχι φανταστικής, αλλά πραγματικής που στην κυριολεξία είναι η τομή στην χωρίς Χριστό (νομοτελειακά άγουσα εις θάνατον) σάρκα και εισροή της αιωνίας ζωούσης, χάριτός Του όχι μόνο προσωπικά, αλλά και στην θεωρία - πράξη όλου του κόσμου. Επιδέχεται κατά την θελησή σας, ανάλυση, αλλά συμπυκνωμένα καθαρά, παρατίθενται στο δίστιχο:

Χριστού περιτμηθέντος, ετμήθη Νόμος,
και του Νόμου τμηθέντος, εισήχθη χάρις.


Ο άγιος Ιωάννης Δαμασκηνός, αναφέρει για τον σταυρό: Αυτός (ο σταυρός) μας δόθηκε σαν σημάδι πάνω στο μέτωπό μας, όπως στον Ισραήλ δόθηκε η περιτομή· (επ'αυτού κάποιες ελληνορθόδοξες σκέψεις, που αφορούν την διάκριση της ελευθερίας του αλόγου, αφού ''κόβεται'' ο χαλινός στην περιτομή, και η ελευθερία του λόγου εν Λόγω, δια του Σταυρού - βίωμα που συνοδεύει την τύπωση επί του μετώπου...)

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη mystakid : 06-01-13 στις 00:55
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (07-12-08)
  #4  
Παλιά 09-01-08, 16:54
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ Του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού

Εκ του τρίτου λόγου του «Θησαυρού Δαμασκηνού» άνευ του προοιμίου, διασκευασμένος φραστικώς.


ΜΕΤΑ την Γέννησιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπως ηκούσατε εις τα Χριστούγεννα, όταν ενεπαίχθη ο Ηρώδης από τους Μάγους, έστειλε και κατέσφαξε βρέφη μικρά από δυο ετών και κάτω. Μεταξύ των παιδιών εκείνων έλαχε και ο τίμιος Πρόδρομος βρέφος μικρόν εις τας χείρας της μητρός του Ελισάβετ. Και όταν έμελλε να τον κατασφάξουν εσχίσθη το όρος και επέρασεν αντίπερα η Ελισάβετ με τον Πρόδρομο. Άγγελος δε Κυρίου τον επήρεν εις την έρημον, και τον ανέθρεψεν εκεί, έως ου ηνδρώθη, και έφθασεν εις ηλικίαν τριάκοντα χρόνων και μηνών τριών. Η τροφή του δεν ήτο εις την έρημον ει μη μέλι, άγριον και βλαστάρια από των δένδρων της ερήμου. Λόγος δε Θεού ήλθε και είπεν εις αυτόν να αφήσει την έρημον, και να υπάγη εις τα μέρη της Ιουδαίας και τα έθνη της Γαλιλαίας να κηρύττη μετάνοιαν’ το δε πλήθος των Εβραίων προσήρχοντο και εξωμολογούντο τας αμαρτίας των, και εβαπτίζοντο εις τον Ιορδάνην υπ' αυτού.

Εκεί λοιπόν ηρώτησαν τον Πρόδρομον «Μη είσαι συ ο Προφήτης;» Και αυτός είπεν «Όχι, δεν είμαι εγώ». Διατί είπε τούτο; μήπως δεν ήτο Προφήτης; Ναι, Προφήτης ήτο, αλλά δεν τον ηρώτησαν «Μη είσαι Προφήτης», αλλά «Μη είσαι συ ο Προφήτης;» Ήτοι, μη είσαι συ εκείνος, όπου είπεν ο Προφήτης Μωυσής' «Ότι Προφήτην ημίν αναστήσει Κύριος ο Θεός ημών, εκ των αδελφών ημών». Ήτοι, ότι μέλλει να έλθη είς μέγας Προφήτης από το γένος των Εβραίων. Ενόμιζον λοιπόν οι Εβραίοι, ότι ο Πρόδρομος είναι εκείνος ο προφήτης, και δια τούτο τον ηρώτων. Αυτός δε απεκρίθη και είπε προς αυτούς' «Δεν είμαι εγώ Εκείνος’ μέλλει όμως να έλθει μετά από εμέ, δεν είμαι δε εγώ άξιος να λύσω τον ιμάντα των υποδημάτων αυτού, ήτοι δεν δύναμαι εγώ να καταλάβω πως εγεννήθη Εκείνος. Αληθώς υστερώτερα εγεννήθη από εμέ, ως άνθρωπος, αλλά ως Θεός είναι πρωτύτερος από εμέ εις τον χρόνον της Θεότητος. Εγώ σας βαπτίζω μόνον με ύδωρ, αυτός όμως θέλει σας βαπτίσει με Άγιον Πνεύμα και πυρ. Αυτός έχει εις την χείρα του το πτύον, και καθαρίζει το άχυρον από τον σίτον, ήτοι καρδιογνώστης είναι ως Θεός και γνωρίζει τους αμαρτωλούς και τους δικαίους, και τους μεν αμαρτωλούς καταδικάζει εις το πυρ το αιώνιον, τους δε δικαίους καλεί εις την Βασιλείαν των Ουρανών».

Οι άνθρωποι δε όλοι προσήρχοντο και ηρώτων αυτόν’ ‘’τι να κάμωμεν δια να σωθώμεν;’’ Και έλεγε προς αυτούς’ «όστις έχει δύο χιτώνας, ας δώση τον ένα εις εκείνον πού δεν έχει’ και όστις περισσεύει άρτον, ας δίδη εις εκείνον όστις στερείται». Προσήρχοντο δε και οι τελώναι και τον ηρώτων «Τι να κάμωμεν δια να σωθώμεν και έλεγε προς αυτούς’ «Προσέχετε από το άδικον’ περισσότερο από εκείνο το οποίον δικαιούσθε μη παίρνετε’ μόνον το διατεταγμένον σας, εκείνο ζητείτε». Επήγαν δε και στρατιώται και τον ηρώτησαν’ «Και ημείς τι να κάμωμεν δια να σωθώμεν;» Και έλεγε προς αυτούς: «Προσέχετε, ώστε κανένα να μη πειράζετε, κανένα να μην συκοφαντείτε». Και πάλιν ηρώτησαν αυτόν εάν είναι ο Χριστός. Και πάλιν απεκρίθη και είπε προς αυτούς’ «Δεν είμαι εγώ εκείνος τον οποίον υπολαμβάνετε, αλλ’ Αυτός ο οποίος Ιδού έρχεται». Είπε δε τούτο ο Πρόδρομος, διότι, καθώς συνωμίλει με το πλήθος των ανθρώπων, έφτασε και ο Χριστός δια να βαπτισθή. Τότε, ως είδεν αυτόν ο Πρόδρομος, είπε προς τους Εβραίους’ «Ίδε ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου». Ήτοι Αυτός είναι εκείνος, τον οποίο σας έλεγα ο Υιός του Θεού του αληθινού, όστις ανέλαβε τας αμαρτίας των ανθρώπων δια να τας εξαλείψη.

Τότε προσήλθεν ο Χριστός εις τον Ιωάννην και είπε προς αυτόν’ «Έλα να με βαπτίσεις, ότι δι' αυτό ήλθα». Λέγει ο Πρόδρομος «Εγώ έχω ανάγκην να βαπτισθώ από Σε, ίνα μαρτυρήσω και να δεχθώ άλλο βάπτισμα διά το όνομα σου και Συ έρχεσαι να σε βαπτίσω εγώ; Ο Ιορδάνης βλέπων σε εστράφη εις τα οπίσω, και εγώ να αποτολμήσω να σε βαπτίσω; Εάν ο Μωυσής εκείνος ο θεοπτικότατος και μέγας Προφήτης ηυλαβείτο να ίδει προς το πρόσωπόν Σου, εγώ πως να εγγίσω την αγίαν σου κορυφήν με τας αμαρτωλάς χείρας μου; χόρτος της γης είμαι, και πως να πλησιάσω προς το πυρ το άστεκτον; Συ αγίασον με, Κύριε’ Συ βάπτισόν με, Δέσποτα’ Συ καθάρισόν με από τον ρύπον της αμαρτίας, αλλ’ εγώ δεν αποτολμώ να σε βαπτίσω. Λέγει προς αυτόν ο Χριστός’ «Ιωάννη, άφες τους τοιούτους λόγους’ τώρα δεν είναι καιρός της τοιαύτης πολυλογίας, Οικονομίας καιρός είναι’ διά τούτο έγινα άνθρωπος’ διά τούτο σάρκα εφόρεσα’ διά τούτο πτωχός και ταπεινός εφάνην, διά να πληρώσω όλην την δικαιοσύνην’ λοιπόν βάπτισον με δια να πληρωθή η οικονομία και η συγκατάβασης μου όλη». Τότε ο Τίμιος Πρόδρομος εβάπτισε τον σαρκωθέντα Υιόν και Λόγον του Θεού, το δε Άγιον Πνεύμα ως περιστερά κατέβη επάνω εις την κεφαλήν του Χριστού' και φωνή ηκούσθη από τους ουρανούς, λέγουσα" «Ούτος έστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα». Δηλαδή αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπημένος, με τον οποίον Υιόν μου ωκονόμησα και έκαμα την σωτηρίαν των ανθρώπων. Τότε εξήλθεν ο Χριστός από τον ποταμόν βαπτισμένος.

Ούτω μας διδάσκουσιν οι θείοι και ιεροί Ευαγγελισταί ότι εβαπτίσθη ο Χριστός’ πλην έχομεν και εις την σημερινήν εορτήν να εξετάσωμεν ζητήματα τινά. Και πρώτον ζητούμενο διατί ο Χριστός αναμάρτητος ων εβαπτίσθη; Δεύτερον’ Διατί δεν εβαπτίσθη εις άλλον ποταμόν, αλλά εις τον Ιορδάνην; Τρίτον Το Πνεύμα το Άγιον διατί κατέβη; Τέταρτον Διατί κατέβη εις είδος περιστεράς; Πέμπτον Πόσα βαπτίσματα υπάρχουν; Έκτον Πόσα ονόματα έχει το Άγιον Βάπτισμα; Έβδομον Τι ονομάζεται Πνεύμα; Όγδοον Τι ονομάζεται Φως; Ένατον Διατί γίνεται Βάπτισμα με ύδωρ και Πνεύμα; Δέκατον Τι δύναται να χαρίση το Άγιον Βάπτισμα εις τον άνθρωπον; Αυτά τα δέκα ζητήματα έχομεν σήμερον να εξετάσωμεν και να επιλύσωμεν, αλλά αν τύχη και είναι άλλα περισσότερα, ημείς μόνον τα αναγκαιότερα λέγομεν διότι αυτά τα δέκα δύνανται και τα άλλα να λύσουν.

Σεις δε, ώ ευλογημένοι χριστιανοί, όσοι προσήλθατε σήμερον να εορτάσητε την πανήγυριν, όσοι εις την Εκκλησίαν συνήχθητε χάριν της εορτής, ανοίξατε τους οφθαλμούς σας, όχι μόνον του σώματος, αλλά και της ψυχής, διά να αντιληφθήτε σαφώς τα λεγόμενα, ότι δεν είναι πράγματα και υποθέσεις του κόσμου, αλλά περί του μυστηρίου της σωτηρίας των ανθρώπων, επειδή και ο σκοπός της εορτής μας της αγίας διά την σωτηρίαν των ανθρώπων έγινε’ διότι πόθεν άλλοθεν εφιλανθρωπεύθη ο Θεός να σαρκωθή; πόθεν κατεδέχθη ο ποιητής και πλάστης του κόσμου να καταβή σωματικώς επί της γης; πόθεν και από ποίαν αφορμήν ο βασιλεύς των αιώνων και άχρονος ηθέλησε να γεννηθεί εις χρόνον, και να ονομασθή χρονικός; πόθεν και διά ποίαν αιτίαν ο Κύριος, τον οποίον υμνούσι Χερουβείμ, τον οποίον δοξολογούσι Σεραφείμ, κατεδέχθη να ονομασθή Σαμαρείτης και δαιμονισμένος; διατί υπέμεινεν ύβρεις, ονειδισμούς, και τελευταίον θάνατον σταυρικόν; Φανερόν είναι ότι διά την σωτηρίαν των ανθρώπων τα κατεδέχθη όλα, θέλων να σώση τον Αδάμ και τους εξ Αδάμ, θέλων να ελευθερώση τας ψυχάς των ανθρώπων από τας χείρας του μισοκάλου διαβόλου.

Διότι αφού η φύσις των ανθρώπων εξέπεσε διά την παρακοήν, και από τον Παράδεισον εδιώχθη, δεν ηδύνατο πλέον να αναβή οπόθεν εξέπεσε, διότι η αμαρτία του Αδάμ, ήτοι η παρακοή, έκλεισε και την θύραν του Παραδείσου. Εδέχετο ο Θεός τον Αδάμ να τον εισαγάγη πάλιν εις τον Παράδεισον, αλλά η αμαρτία θέλει μετάνοιαν διά να διορθωθεί, ο δε Αδάμ δεν μετενόησε, δεν έκλαυσεν ούτε είπε προς τον Θεόν, όταν τον ηρώτα μήπως έφαγες από το ξύλον, ότι έσφαλα, Θεέ μου, ήμαρτον, ποιητά μου, επλανήθην και παρήκουσα το θέλημα σου' διά τούτο κλαίω και θρηνώ και δέομαι σου, δέξαι με πάλιν τον παρήκοον δεν είπεν ούτω, αλλά έρριψε την αφορμήν εις τον Θεόν, και είπεν, ότι η γυνή, την οποίαν μου έδωσες, εκείνη με παρέσυρεν' έδειξε παρευθύς, ότι εκείνος δεν πταίει, αλλ' ο Θεός, όστις του έδωσε σύντροφον την Εύαν, την γυναίκα, εκείνος πταίει’ ηρώτησε και την Εύαν ο Θεός, και ούτε αύτη είπεν ότι έσφαλεν, άλλ' έρριψε την αφορμήν εις τον όφιν, ότι εκείνος την επλάνησεν. Επειδή λοιπόν τότε δεν μετενόησαν, ούτε ο Θεός τους εδέχθη διά την υπερηφάνειάν των, και ωκονόμησεν ύστερον εις τους τελευταίους χρόνους και καιρούς να έλθη να φορέση σάρκα εκ της Υπεραγίας Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, και να βαπτισθή από τας χείρας του δούλου του Προδρόμου. Αλλά ας έχω συγχώρησιν, ότι ο λόγος με ηνάγκασε να εξέλθω από τον σκοπόν μου' πλην ας επανέλθω εις το προκείμενον να διαλύσω τα ζητήματα της εορτής.

Και πρώτον μεν ζήτημα είπομεν: Διατί ο Χριστός, αναμάρτητος ων, εβαπτίσθη; Το βάπτισμα είναι ελευθέρωσις από των αμαρτιών του ανθρώπου, και καθαρισμός από της προπατορικής αμαρτίας ο δε Χριστός ήτο αμέτοχος αμαρτίας, καθώς το λέγει και ο Προφήτης Ησαΐας’ «αμαρτίαν ουκ εποίησεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού». Τίνος ένεκεν λοιπόν εβαπτίσθη; Και λέγομεν εις αυτό’ τέσσαρα στοιχεία είναι, από τα οποία αποτελείται ο άνθρωπος, αλλά και ο κόσμος όλος από αυτά σύγκειται, και πάλιν εις αυτά τα στοιχεία μέλλει ο άνθρωπος να αναλύση εις την δευτέραν παρουσίαν του Κυρίου και πάλιν να συναρμοσθή από αυτά. Είναι δε πρώτον στοιχείον και αναγκαιότατον ο αήρ διότι χωρίς αναπνοήν ο άνθρωπος δεν δύναται να ζήση ούτε στιγμήν δεύτερον στοιχείον και υψηλότερον είναι ο αιθήρ, τρίτον στοιχείον είναι το ύδωρ, και τέταρτον στοιχείον είναι η γη' από αυτά τα τέσσαρα στοιχεία είναι συνιστάμενος ο άνθρωπος’ και ο μεν αήρ λέγεται αήρ, ότι γίνεται από το άω, ήτοι αναπνέω, ότι αυτόν τον αέρα αναπνέομεν’ ο δε αιθήρ λέγεται αιθήρ, ότι γίνεται από του αίθω, ήτοι καίω, και το ύδωρ από το ύω, ήτοι βρέχω, ότι ύδωρ βρέχουσι τα νέφη’ η δε γη λέγεται γη, ότι είναι από του γώ, ήτοι χωρώ, ότι η γη χωρεί το πλήθος των ανθρώπων όλων. Αυτά λοιπόν τα τέσσαρα στοιχεία, επειδή είναι σύστασις του ανθρωπίνου σώματος, πρέπον είναι να αγιασθούν από την συγκατάβασιν του Κυρίου’ και ο μεν αήρ και ο αιθήρ ηγιάσθησαν από την συγκατάβασιν του Θεού Λόγου, όπως και από τον ήλιον φωτίζονται’ η δε γη ηγιάσθη, όταν εγεννήθη σωματικώς εις το σπήλαιον έπρεπε και το ύδωρ, όπερ είναι εν από τα τέσσαρα στοιχεία, να αγιασθή και αυτό' αλλέως δε δεν ήτο δυνατόν να αγιασθή το ύδωρ, εάν δεν ήθελε βαπτισθή ο Κύριος σωματικώς εις τον Ιορδάνην ποταμόν.

Είναι όμως και άλλος λόγος’ όταν ο Αρχάγγελος Μιχαήλ είδε την πτώσιν των δαιμόνων, η οποία ηκολούθησεν εις την έπαρσιν του Εωσφόρου, εστάθη και είπε’ «στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου», τότε εστάθησαν όλοι εκεί όπου έκαστος ευρέθη, οι μεν αγαθοί Άγγελοι εις τους ουρανούς, οι δε πονηροί δαίμονες εκεί όπου έπεσον, ήτοι άλλοι εις την άβυσσον, οίτινες και έμειναν εκεί κάτω εις την κόλασιν, άλλοι εις την γην, άλλοι εις το ύδωρ και άλλοι εις τον αέρα, οίτινες λέγονται εναέρια τελώνια. Με την κατάβασιν όμως του θείου Λόγου ενικήθη η δύναμις των δαιμόνων εκείνων, οίτινες ήσαν εις τον αέρα και εις την γην έπρεπεν όθεν να νικηθή η δύναμις και εκείνων οίτινες ήσαν εις το ύδωρ (1), (1) [Η δε δύναμις εκείνων, οίτινες κατέπεσον εις τα καταχθόνια, συνετρίβη με την κάθοδον του Κυρίου εις τον Άδην μετά την σταύρωσιν, αφ' ότου αναστάς συνεξανέστησε και άπαν το γένος των ανθρώπων.] δι’ ο και ο μόνος αναμάρτητος Χριστός κατήλθεν εις το ύδωρ και εβαπτίσθη δια να συντρίψη τους δαίμονας, όπως μαρτυρεί και ο Προφητάναξ Δαυΐδ λέγων διά τον Χριστόν' «Συ συνέτριψας τας κεφάλας των δρακόντων επί των υδάτων».

Εκτός όμως από τους δυο προαναφερθέντας λόγους, οίτινες λύνουν το ζήτημα, υπάρχει και τρίτος λόγος, και αυτός είναι ότι τούτο έπραξε διά να μας δείξη, ότι είναι μέγα και θαυμαστόν το μυστήριον του αγίου Βαπτίσματος και ένα από τα επτά μυστήρια της πίστεως μας.

Και πρώτον μεν μυστήριον είναι αυτό το Βάπτισμα’ δεύτερον, το Άγιον Μύρον' τρίτον, η αγία Κοινωνία’ τέταρτον, ο πρώτος γάμος’ πέμπτον, η ιερωσύνη' έκτον, η Μετάνοια και έβδομον το Ευχέλαιον. Ως μέγα λοιπόν και πρώτον μυστήριον της πίστεως μας όπου είναι, δια να το βεβαιώση ο Χριστός, διά τούτο εβαπτίσθη, ότι είτις δεν βαπτισθή, δεν σώζεται, ως ο ίδιος ορίζει εις το άγιον Ευαγγέλιον ότι εάν τις δεν αναγεννηθή διά του αγίου Βαπτίσματος, εκείνος δεν είναι δυνατόν να εισέλθη εις την Βασιλείαν των Ουρανών. Επειδή λοιπόν μέγα και αναγκαίον είναι το άγιον Βάπτισμα, και διά να μας βεβαιώση τούτο ο Χριστός, δι’ αυτό εβαπτίσθη και όχι διά να καθαρισθή από αμαρτίας. Ιδού συν Θεώ εδιαλύσαμεν το πρώτον ζήτημα.

Δεύτερον ζήτημα είναι’ Διατί δεν εβαπτίσθη εις άλλον ποταμόν, αλλ' εις τον Ιορδάνην; Και λέγομεν εις αυτό, ότι πολλά θαύματα είχον γίνει εις αυτόν τον ποταμόν, και ήτο πλήρης χαρίτων ως ηγιασμένος, διά τούτο όθεν και ο Χριστός επήγεν εις αυτόν. Έγιναν δε εκεί τα εξής θαύματα. Πρώτον θαύμα έγινεν, όταν διήλθε δι' αυτού ο Ιησούς του Ναυή με την κιβωτόν, τούτο δε έγινεν ούτως. Ο μέγας εκείνος Προφήτης Μωυσής, όταν απέθνησκεν, αφήκε διάδοχον της αρχηγίας του τον Ιησούν του Ναυή. Όταν ο Ιησούς του Ναυή επήρε την ηγεσίαν των Εβραίων, πορευόμενος προς την Ιερουσαλήμ, εκυρίευσε τα φρούρια όλα, και τους βασιλείς όσους συνήντα εις τον δρόμον του. Μέλλων δε να υπάγη και εις την Ιεριχώ, έστειλε δυο νέους έμπροσθεν του να υπάγουν εις την Ιεριχώ να την κατασκοπεύσουν. Επήγαν λοιπόν οι στρατιώται εις τον οίκον μιας πόρνης και εκρύβησαν. Οι δε άνθρωποι της πόλεως, όταν τους είδον, εγνώρισαν αυτούς από την ενδυμασίαν, ότι είναι ξένοι και εζήτουν να τους φονεύσουν, η δε πόρνη εκείνη, Ραάβ το όνομα, έδειξεν εις αυτούς οδόν διαφυγής. Δι’ αυτήν την καλωσύνην της είπον οι στρατιώται, ότι ημείς ανάγκη είναι να πάρωμεν το φρούριον αυτό, μόνον βάλε σημείον αναγνωρίσεως εις την οικίαν σου, όταν λεηλατώμεν τας άλλας οικίας, να μη πειράξωμεν την ιδικήν σου, μήτε να πάθης κακόν.

Εξελθόντες της πόλεως κρυφίως οι στρατιώται, επήγαν εις τον Ιησούν του Ναυή και είπον εις αυτόν όσα είδον. Την πρωΐαν εσηκώθησαν από τον τόπον, όπου ήσαν στρατοπεδευμένοι, όστις ωνομάζετο Σαττίν, και επήγαν κοντά εις τον Ιορδάνην, έμειναν δε εκεί τρεις ημέρας. Τότε εξήλθον οι ιερείς των Εβραίων και διεκήρυξαν εις όλον το πλήθος, ότι, όταν ίδητε την Κιβωτόν και την σηκώνουν οι δώδεκα ιερείς, να σταθήτε όλοι οπίσω, μακράν από αυτήν έως δύο χιλιάδας πήχεις, αύριον δε να μη κοιμηθή κανείς με την γυναικά του, μόνον να είσθε καθαρισμένοι, ότι αύριον θέλει δείξει ο Θεός μέγα θαύμα εις όλα τα έθνη. Την πρωΐαν, όταν εξημέρωσεν, εσήκωσαν οι ιερείς την Κιβωτόν εις τον ώμον των, και ο Ιησούς του Ναυή είπε: «Σταθήτε εις τον ποταμόν με την Κιβωτόν, έως ότου να περάσουν όλοι οι Εβραίοι». Τότε εισήλθον εις τον Ιορδάνην οι ιερείς και θαύμα έγινε παράδοξον’ ο Ιορδάνης εστράφη εις τα οπίσω, και μόνον τόσον νερόν απέμεινεν, ώστε εβράχησαν οι ιερείς μόνον μέχρι των σφυρών (αστραγάλων). Εκεί λοιπόν εστάθησαν με την Κιβωτόν, έως ότου επέρασε το πλήθος όλον τον Ιορδάνην και δεν εβράχησαν. Τότε εδιαλάλησεν ο Ιησούς εις τον λαόν και είπε: «Θαρσείτε, ότι ο Θεός παρέδωκεν εις τας χείρας μας όλα τα έθνη, τους Χαναναίους. τους Χετταίους τους Φερεζαίους, τους Ευαίους, τους Γεργεσαίους, τους Αμορραίους και τους Ιεβουσαίους' αυτά τα επτά έθνη παρέδωκεν εις ημάς ο Θεός, πλην δώδεκα φυλαί είσθε όλοι' ας πάρη εις άνθρωπος εξ εκάστης φυλής από μίαν πέτραν μεγάλην να τας βάλετε εδώ εις τους πόδας των ιερέων δια να είναι σημείον παντοτεινόν όταν ευρεθή κανείς και σας ερωτήση: Τι είναι αύται αι πέτραι; να είπητε ότι εδώ εστάθησαν οι ιερείς με την Κιβωτόν και δεν εβράχησαν, ο δε Ιορδάνης εγύρισεν εις τα οπίσω, έως ότου επεράσαμεν όλοι οι Εβραίοι. Να πάρετε δε και άλλους δώδεκα λίθους από τον Ιορδάνην να τους έχετε μαζί σας εις την κατοικίαν σας». Έκαμαν λοιπόν οι Εβραίοι καθώς επροστάχθησαν. Αι δε πέτραι εκείναι ευρίσκονται εις τον Ιορδάνην έως την σήμερον. Πρώτον λοιπόν θαύμα έγινεν αυτό εις τον Ιορδάνην ποταμόν.

Δεύτερον θαύμα έγινεν, όταν ο Ηλίας ο Προφήτης επέρασε τον Ιορδάνην με τον Ελισσαίον, ως εις στερεάν, έγινε δε και αυτό ούτως. Ο Προφήτης Ηλίας, όταν έμελλε να αναληφθή, είχεν ένα μαθητή Ελισσαίον το όνομα, και λέγει προς αυτόν «Κάθου αυτού, ότι ο Κύριος με έστειλεν εις άλλον τόπον». Λέγει ο Ελισσαίος' «Να μη το δώση ο Θεός να σε αφήσω, αλλ' έρχομαι και εγώ όπου υπάγεις». Εσηκώθησαν λοιπόν από τα Γάλγαλα και επήγαν εις την Βαιθήλ’ εκεί δε ήσαν τέκνα των Προφητών, και έλεγον εις τον Ελισσαίον «Να ηξεύρης, ότι ο Θεός θέλει να πάρη τον διδάσκαλον σου Ηλίαν». Λέγει ο Ελισσαίος' «Το ηξεύρω και εγώ, μόνον σιωπάτε». Πάλιν είπεν ο Προφήτης Ηλίας εις τον Ελισσαίον’ «Κάθου αυτού, έως ότου να υπάγω παρέκει». Και δεν ήθελεν ο Ελισσαίος να τον αφήση, ότι εφοβείτο να μη αναληφθή και δεν τον ίδη. Και απ' εκεί εσηκώθησαν και επήγαν εις την Ιεριχώ. Είπον δε εις τον Ελισσαίον και εκεί τα τέκνα των Προφητών «Να ηξεύρης, ότι ο Θεός θέλει να πάρη τον διδάσκαλον σου τον Ηλίαν». Και είπε πάλιν προς αυτούς' «Το ηξεύρω και εγώ, μόνον σιωπάτε». Και πάλιν είπε προς αυτόν ο Ηλίας' «Κάθου εδώ, έως ότου να υπάγω εις τον Ιορδάνην». Λέγει ο Ελισσαίος' «Να μη το δώση ο Θεός να σε αφήσω, έρχομαι και εγώ όπου υπάγεις». Τότε εκίνησαν από την Ιεριχώ με τον Ελισσαίον και με άλλους πεντήκοντα ανθρώπους, οίτινες ήσαν τέκνα των Προφητών.

Επήγαν λοιπόν και εστάθησαν εις το πέραν του ποταμού του Ιορδάνου, ο δε Προφήτης Ηλίας είχε μίαν μηλωτήν, και με αυτήν έκρουσε τον Ιορδάνην, και παρευθύς έγινεν οδός εις το μέσον του ποταμού. Και οι μεν άνθρωποι εκείνοι οι πεντήκοντα απέμειναν πίσω του ποταμού, ο δε Προφήτης Ηλίας διήλθε με τον Ελισσαίον αντίπερα και ουδόλως εβράχησαν. Όταν διήλθον τον ποταμόν, λέγει ο Ηλίας προς τον Ελισσαίον «Ζήτησε, τι χάρισμα θέλεις να λάβης πριν αναληφθώ». Και λέγει ο Ελισσαίος' «Θέλω το χάρισμα όπερ έχεις, να έλθη διπλούν εις εμέ». Λέγει ο Ηλίας’ «Πολύ μεγάλον χάρισμα εζήτησες’ πλην εάν με ίδης, όταν αναληφθώ, να λάβης αυτό που ζητείς». Ενώ συνωμίλουν ταύτα, άρμα πύρινον με τέσσαρας ίππους ήρπασε τον Προφήτην Ηλίαν από προσώπου του Ελισσαίου. Ο Ελισσαίος τόσον μόνον ηδυνήθη, ότι ήρπασε την μηλωτήν του Ηλία και εστέκετο και τον εκύτταζε, πως ανέβαινεν ως εις τον ουρανόν. Τότε εγύρισε να περάση μοναχός τον Ιορδάνην, και έκρουσε μίαν φο¬ράν τον Ιορδάνην ποταμόν, και δεν εσχίσθη ως εις τον Ηλίαν. Τότε λέγει' «Πού είναι ο Θεός του πατρός μου του Ηλιού;» Έκρουσε δε δεύτερον, και εσχίσθη ο ποταμός και επέρασε και αυτός αντίπερα χωρίς να βραχή• και το δεύτερον τούτο θαύμα έγινεν εις τον Ιορδάνην.

Τρίτον θαύμα είναι το εξής: Εις την Συρίαν ήτο βασιλεύς τις, ο οποίος είχεν ένα στρατηγόν, Νεεμάν το όνομα, όστις ήτο λεπρός εις το πρόσωπον, είχε δε μίαν δούλην Εβραίαν, ήτις, βλέπουσα αυτόν λεπρόν, είπεν ημέραν τινά προς την κυρίαν της, την γυναίκα του Νεεμάν «Αν ευρίσκετο ο κύριος μου εις την Σαμάρειαν, θα εθεραπεύετο». Η δε γυνή είπεν εις τον άνδρα της τον Νεεμάν, ό,τι είπεν η δούλη. Εσηκώθη λοιπόν ο Νεεμάν και επήγεν εις τον βασιλέα, και είπε προς αυτόν' «Παρακαλώ σε, άφησέ με να υπάγω εις την Σαμάρειαν να ιατρευθώ». Δίδει τότε εις αυτόν ο βασιλεύς δέκα τάλαντα αργύρου, ήτοι χιλίας διακοσίας πεντήκοντα λίτρας άργυρον, έδωκε δε εις αυτόν και εξ χιλιάδας φλωρία, και δέκα ενδυμασίας καινουργείς και γράμ¬ματα βασιλικά προς τον βασιλέα της Σαμαρείας. Τότε εσηκώθη ο Νεεμάν και επήγεν εις την Σαμάρειαν και έδωκε τας επιστολάς εις τον βασιλέα της Σαμαρείας, ως δε τον είδεν εκείνος διέρρηξε τα ιμάτια του, και είπε προς τον Νεεμάν «Μήπως είμαι εγώ θεός, και σε έστειλεν ο βασιλεύς να σε ιατρεύσω;» Είχε δε θλίψιν μεγάλην ο βασιλεύς της Σαμαρείας την ημέραν εκείνην δια τον ορισμόν του βασιλέως της Συρίας. Τότε ήκουσεν ο Προφήτης Ελισσαίος, ότι εστενοχωρήθη ο βασιλεύς και έσχισε τα ιμάτια του’ όθεν εμήνυσε προς αυτόν ταύτα’ «Τι λυπείσαι, βασιλεύ; ας έλθη να τον ιατρεύσω, δια να γνωρίση ότι μέγας Θεός είναι εις το γένος μας».

Εσηκώθη λοιπόν ο άρχων Νεεμάν και επήγεν εις την θύραν του Προφήτου Ελισσαίου, και εστάθη έξω, περιμένων να εξέλθη ο Ελισσαίος να τον προϋπαντήση. Ο δε Ελισσαίος είπε προς αυτόν «Πορεύθητι εις τον Ιορδάνην ποταμόν, και λούσου εκεί επτά φοράς, εάν θέλης να καθαρισθείς». Ως ήκουσε τούτο ο Νεεμάν, εθυμώθη και είπεν «Εγώ ανέμενον να εξέλθη, να με ευλογήσει εις το πρόσωπον, να ιατρευθώ, και αυτός με στέλλει, να υπάγω εις τον Ιορδάνην ποταμόν να λουστώ; μήπως δεν είναι και αλλού ποταμοί καλλίτεροι; Δεν είναι ο Αρβανάς και ο Φαρφάρ, οι δυο ποταμοί της Δαμασκού, καλλίτεροι από τον Ιορδάνην; υπάγω εκεί να λουσθώ». Και εκίνησε να υπάγη εις τον τόπον του. Λέγουν προς αυτόν οι υπηρέται του’ «Ίδε μέγαν λόγον σου είπεν ο Προφήτης, και δεν τον έκαμες! Τι είναι αυτό; «Ύπαγε να λουσθής, τι έχεις να πάθης με τούτο;» Επήγε λοιπόν και ελούσθη επτά φοράς, και παρευθύς εκαθαρίσθη, και έγινε το πρόσωπόν του τρυφερόν ως μικρού παιδιού. Τότε εγύρισεν οπίσω και επήγεν εις την οικίαν του Ελισσαίου, και έδωκεν εις αυτόν από τον άργυρον, αυτός δε δεν τον εδέχθη. Αυτό είναι το τρίτον θαύμα όπερ έγινεν εις τον Ιορδάνην.

Τέταρτον θαύμα ήτο το εξής: Εις τον καιρόν του Ελισσαίου του Προφήτου μετέβησαν τινές εις την όχθην του Ιορδάνου ποταμού να κόψωσι ξύλα, μεταξύ αυτών δε επήγε και ο Ελισσαίος. Εκεί, κόπτοντες τα ξύλα, έπεσε τινος από την λαβήν του εις τον ποταμόν ο πέλεκυς, και εφώναζεν εν μέσω αυτών. Λαμβάνει τότε ο Ελισσαίος την λαβήν και ετοποθέτησεν αυτήν εις το χείλος του ποταμού, και είπε' «Δείξον θαύμα, Θεέ μου». Και παρευθύς ανεπήδησεν ο πέλεκυς και εισήλθεν εις το μέσον της λαβής και εγένετο ως σταυρός. Αυτό το θαύμα ήτο προεικόνισμα του αγίου Βαπτίσματος και του Τιμίου Σταυρού, καθώς το λέγει και ο Άγιος Κοσμάς ο μελωδός εις εν Τροπάριον της Υψώσεως. «Ο βυθώ κολπωσάμενος, τέμνουσαν ανέδωκεν Ιορδάνης ξύλω, τω Σταυρώ και τω Βαπτίσματι, την τομήν της πλάνης τεκμαιρόμενος», ήτοι ο Ιορδάνης ποταμός, όστις εδέχθη εις τα ύδατα του τον σίδηρον, όστις έκοπτε, πάλιν τον έδωκεν οπίσω εις το ξύλον του, και εσημείωσεν, ότι όπως με τον πέλεκυν έκοπτον τα ξύλα, ούτω εκόπη με την δύναμιν του Σταυρού και του αγίου Βαπτίσματος η πλάνη των ειδωλολατρών η πολύθεος.

Δια ταύτα λοιπόν τα θαύματα και δι’ άλλα περισσότερα εβαπτίσθη ο Χριστός εις αυτόν τον ποταμόν. Εν τη Παλαιά Διαθήκη αναφέρονται και άλλα θαύματα και έργα, τα οποία εγένοντο εις τον Ιορδάνην, όπως ο Γεδεών ο Κριτής, όστις τον διήλθε και ο Ιακώβ ο υιός του Ισαάκ, ο αδελφός του Ησαύ, και αυτός τον διήλθε με μίαν ράβδον, την οποίαν είχεν, ως το λέγει μόνος του' «Εν γάρ τη ράβδω μου ταύτη διέβην τον Ιορδάνην». Αλλά εγώ τα παρατρέχω, ότι αρκούσιν όσα είπομεν, ίνα βεβαιώσωσι την λύσιν του ζητήματος μας. Έχομεν λοιπόν, ευλογημένοι Χριστιανοί, και την λύσιν του δευτέρου ζητήματος. Ας προχωρήσωμεν τώρα και εις το τρίτον.

Τρίτον ζήτημα είναι τούτο' Διατί κατέβη το Πνεύμα το Άγιον; Και λέγομεν εις αυτό' Όταν εβαπτίζετο ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εσχίσθησαν οι ουρανοί, και ο Πατήρ εμαρτύρησε τον Υιόν ειπών' «Ούτος έστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα». Επειδή λοιπόν ο Πατήρ εμαρτύρησεν, ενόμιζον οι Εβραίοι, ότι δια τον Πρόδρομον ελαλήθη η φωνή εκείνη, διότι τον εγνώριζον ως Προφήτην και Υιόν Προφήτου, ασκητήν και ερημίτην. Διά να μη λέγωσιν όθεν, ότι τον Πρόδρομον λέγει Υιόν ηγαπημένον, δια τούτο κατήλθε το Άγιον Πνεύμα εν είδει περιστεράς επάνω εις την κεφαλήν του Κυρίου, δείξαν ότι δια τον Χριστόν μαρτυρεί ο Πατήρ άνωθεν. Άλλο δε, ότι επειδή Τριάς αγία είναι ο εις Θεός ο αληθινός, έπρεπε να φανή και εις τον κόσμον όθεν ενώ ο Υιός εβαπτίζετο, ο Πατήρ εμαρτύρησε, και το Πνεύμα έδειξε ποιόν μαρτυρεί ο Πατήρ άνωθεν. Ως θαυμαστός ο Θεός εν τοις έργοις αυτού! Πόσα ωκονόμησε διά την σωτηρίαν μας, και ημείς οι ταλαίπωροι είμεθα αχάριστοι προς Αυτόν!

Πολλοί, πιστεύσατέ με, υπάρχουν σήμερον, οι οποίοι αθετούσι το Άγιον Βάπτισμα, και μάλιστα οι Εβραίοι. Πλην ο Χριστός άνωθεν έλαβε την μαρτυρίαν, και όχι εξ ιδίων ή από οιονδήποτε άνθρωπον, καθώς διηγείται και εις το άγιον Ευαγγέλιον ο Ιωάννης, ότι «Η μαρτυρία η εμή ουκ εστίν εκ του κόσμου τούτου». Και πάλιν αλλού λέγει ότι, «Άλλος εστίν ο μαρτυρών περί εμού». Αν λοιπόν την μαρτυρίαν του Πατρός δεν πιστεύωσιν, αλλά καν εις τα έργα αυτού ας πιστεύωσι, τα οποία έκαμεν.

Τέταρτον ζήτημα είναι’ Διατί κατέβη το Πνεύμα το Άγιον εις είδος περιστεράς; Και λέγομεν εις αυτό μίαν ιστορίαν της Παλαιάς Διαθήκης, την οποίαν όλοι γνωρίζετε και δια τούτο απλώς θα την υπομνήσωμεν. Εις του Νώε τον καιρόν ήσαν όλοι οι άνθρωποι άδικοι και αμαρτωλοί, και ουδόλως εσέβοντο τον Θεόν οι πεπλανημένοι εκείνοι. Μόνον οκτώ ψυχαί ήσαν ευσεβείς εις τον κόσμον όλον, ο Νώε, η γυνή αυτού, τα τρία τέκνα του, ο Σημ, ο Χαμ και ο Ιάφεθ, και αι τρεις γυναίκες των υιών του. Όθεν ο Θεός εβαρύνθη τας αμαρτίας των ανθρώπων εκείνων, και ηθέλησε να τους καταποντίση. Είπε λοιπόν προς τον Νώε’ «Κάμε μίαν κιβωτόν και είσελθε εις αυτήν συ και η γυνή σου, και αι γυναίκες των υιών σου και οι υιοί σου, διότι θέλω καταστρέψει τον κόσμον όλον». Έκαμε λοιπόν ο Νώε μίαν κιβωτόν μεγάλην και έβαλεν εντός αυτής την γυναίκα του και την συνοδείαν του όλην, επήρε δε και από παν είδος ζώων δυο ζεύγη από τα ακάθαρτα, από δε τα καθαρά επήρεν επτά ζεύγη. Όταν δε εισήλθον εις την κιβωτόν, έκλεισε την θύραν. Παρευθύς τότε ο Θεός έβρεξε τεσσαράκοντα ημέρας και τεσσαράκοντα νύκτας τόσον, ώστε επνίγησαν τα ζώα όλα, τα θηρία και οι αμαρτωλοί άνθρωποι. Η δε κιβωτός εκείνη έπλεεν επάνω εις τα ύδατα, έως ότου κατήντησεν εις ένα όρος ονομαζόμενον Αραράτ.

Όταν λοιπόν έπαυσεν η μεγάλη βροχή, έστειλεν ο Νώε ένα κόρακα, δια να ιδή αν έπαυσεν ο κατακλυσμός ή όχι. Ο κόραξ εξελθών και ευρών τα πτώματα των ζώων και των ανθρώπων, δεν εγύρισε να δείξη σημείον τι ότι έπαυσεν ο κατακλυσμός. Έστειλε τότε άλλον ένα κόρακα, και ούτε εκείνος εγύρισεν. Ανάμεινε τότε επτά ημέρας, και στέλλει μίαν περιστεράν, η δε περιστερά, ως καθαρά που είναι, δεν ήθελε να καθήση εις την λάσπην. Έλαβε μόνον ένα κλώνον από ελαίαν και επέστρεψε πάλιν οπίσω εις την κιβωτόν. Τότε εγνώρισεν ο Νώε, ότι κατέπαυσεν ο κατακλυσμός. Όπως λοιπόν εκείνη η περιστερά έδειξεν ότι έπαυσεν ο κατακλυσμός, ούτω και το Άγιον Πνεύμα, το οποίον εφάνη εις είδος περιστεράς επάνω της κεφαλής του Κυρίου, έδειξεν, ότι έπαυσεν ο μέγας και πολύς κατακλυσμός των αμαρτιών των ανθρώπων και ότι επειδή ο Χριστός, ο οποίος εχρίσθη υπό του Πατρός με το έλαιον της αγαλλιάσεως, καθώς το λέγει και ο Δαβίδ, βαπτίζεται, ούτω μέλλουσιν οι μεν δαίμονες, οι εχθροί του Θεού, να αφανισθούν από τον κατακλυσμόν, ήτοι τους λόγους του Κυρίου, οι δε δίκαιοι να διαφυλαχθούν και να ελευθερωθούν από τας αμαρτίας των τας πολλάς, ως ο Νώε εσώθη με όλον το οίκον του από τον κατακλυσμόν με την κιβωτόν εκείνην.

Δια τούτο λοιπόν, ευλογημένοι Χριστιανοί, εφάνη το Πνεύμα το Άγιον εις είδος περιστεράς. Αλλά και δι’ άλλον λόγον εγένετο τούτο. Ότι η περιστερά είναι ακεραία, ήτοι πλέον άκακον από όλα τα πετεινά, καθώς λέγει και το Ευαγγέλιον «Γίνεσθε φρόνιμοι ως οι όφεις, και ακέραιοι ως αι περιστεραί» Ήτοι ο όφις έχει συνήθειαν, όταν τον κτυπούν, να αφήνη το σώμα του να το θανατώσουν, μόνον την κεφαλήν του προφυλάσσει. Ούτω και ημείς οι Χριστιανοί να είμεθα φρόνιμοι, τα πλούτη μας όλα και το σώμα μας να δίδωμεν εις τον θάνατον δια την αγάπην του Χριστού, μόνον την πίστιν μας να φυλάττωμεν από όλα περισσότερον, και να είμεθα ως η περιστερά κατά πάντα άκακοι, να μη κρατώμεν κακίαν και έχθραν κατά τίνος Χριστιανού, ούτε να πονηρευώμεθα εις κάθε λόγον. Επειδή λοιπόν η περιστερά είναι από όλα τα πετεινά καθαρωτέρα και άκακος, δια τούτο το Άγιον Πνεύμα εφάνη εις είδος περιστεράς. Ηκούσατε, ευλογημένοι Χριστιανοί, το τέταρτον ζήτημα. Ας είπωμεν και το πέμπτον και ενθυμείσθε ποιον είναι, ή από την πυκνότητα του λόγου το ελησμονήσατε; Νομίζω ολίγοι να το ενθυμήσθε, πλην να σας το επενθυμίσω.

Πέμπτον ζήτημα είναι’ Πόσα βαπτίσματα υπάρχουν; Και λέγομεν εις αυτό, ότι βαπτίσματα είναι πέντε. Πρώτον βάπτισμα είναι του Μωυσέως, όστις επέρασε τους Εβραίους εις την Ερυθράν θάλασσαν, καθώς το μαρτυρεί ο Άγιος Κοσμάς εις ένα τροπάριον της σημερινής εορτής εις την εβδόμην ωδήν, και λέγει «Θάλασσα δε ην τύπος ύδατος, και νεφέλη του πνεύματος». Ήτοι αντί ύδατος υπήρχεν η θάλασσα η Ερυθρά, και αντί του Αγίου Πνεύματος ήτο η νεφέλη εκείνη, η οποία τους εσκέπαζε την ημέραν, και δεν εκαίοντο από το καύμα του ηλίου. Δεύτερον βάπτισμα είναι το του Προφήτου Προδρόμου και Βαπτιστού Ιωάννου, όστις εβάπτιζε τους Εβραίους, καθώς το λέγει και το Άγιον Ευαγγέλιον το κατά Ιωάννην, ότι «ην δε και Ιωάννης βαπτίζων εν Αινών εγγύς του Σαλείμ, ότι ύδατα πολλά ην εκεί». Σαλείμ ελέγετο η Ιερουσαλήμ. Πλην το βάπτισμα του Ιωάννου μόνον προς μετάνοιαν εγένετο, ήτοι ως προετοιμασία του βαπτίσματος του Κυρίου, διότι αυτό το βάπτισμα Πνεύμα Άγιον δεν εχάριζεν εις τους βαπτιζομένους, καθώς λέγουσιν αι Πράξεις των Αγίων Αποστόλων. «Εγένετο Παύλον διελθόντα τα ανωτερικά μέρη, ελθείν εις Έφεσον' και ευρών μαθητάς τινάς είπε προς αυτούς’ «Ει Πνεύμα Άγιον ελάβετε πιστεύσαντες»; Οι δε είπον. «Αλλ' ουδέ ει Πνεύμα Άγιον έστιν ηκούσαμεν». Είπε δε Παύλος' «Εις τι ουν εβαπτίσθητε»; οι δε είπον' «Εις το Ιωάννου βάπτισμα». Είπε δε προς αυτούς ο Παύλος' «Ιωάννης μεν εβάπτισε βάπτισμα μετανοίας, τω λαώ λέγων εις τον ερχόμενον μετ' αυτόν ίνα πιστεύσωσι, τουτ' εστίν εις τον Κύριον Ιησούν».

Ο Παύλος δηλαδή ο Απόστολος, όταν εκήρυξεν εις τας άνω τοποθεσίας της Ανατολής, κατέβη εις την Έφεσον, εκεί δε εύρε δώδεκα ανθρώπους, οι οποίοι έλεγον, ότι είναι και αυτοί από τους μαθητάς των Αποστόλων, ήτοι Χριστιανοί. Ηρώτησε δε αυτούς ο Παύλος• «Ελάβετε Πνεύμα Άγιον, όταν εβαπτίσθητε και επιστεύσατε εις Χριστόν η όχι;» Και εκείνοι του είπον’ «Ημείς ούτε καν ότι υπάρχει Πνεύμα Άγιον ηκούσαμεν». λέγει προς αυτούς ο Παύλος" «Πως εβαπτίσθητε;» ή «Εις τι βάπτισμα εβαπτίσθητε;» λέγουν εκείνοι, ότι «Εις το βάπτισμα του Ιωάννου εβαπτίσθημεν». Τότε απεκρίθη ο Άγιος Παύλος ο Απόστολος και λέγει προς αυτούς’ «Ο Ιωάννης εβάπτιζε τους ανθρώπους μόνον με ύδωρ και εις μετάνοιαν». Ήτοι, διά να μετανοήσουν και να βαπτισθούν εις το Βάπτισμα, το οποίον έδειξεν ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Τότε, ως ήκουσαν οι άνθρωποι εκείνο οι δώδεκα, εβαπτίσθησαν εις το Βάπτισμα του Κυρίου Ιησού. Αυτό λοιπόν το αναφέρομεν δια την υμετέραν αγάπην, ευλογημένοι Χριστιανοί, δια να καταλάβετε, ότι βάπτισμα ήτο και το βάπτισμα του Προφήτου Ιωάννου, αλλά μόνον προς μετάνοιαν ήτο.

Τρίτον Βάπτισμα είναι το του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, το οποίον αυτός ούτος ο Κύριος έδειξεν εις ημάς τους Χριστιανούς, και το οποίον γίνεται δια του ύδατος και του Αγίου Πνεύματος, εις το οποίον Βάπτισμα όστις δεν βαπτισθή, δεν είναι Χριστιανός. Τέταρτον Βάπτισμα, είναι το μαρτύριον, πλην είναι από όλα τα Βαπτίσματα τιμιώτερον και καλλίτερον, ότι πλέον δεν φοβείται να μολυνθή από αμαρτίας’ αυτό το Βάπτισμα πρώτος ο Χριστός το έδειξε και εβαπτίσθη εις αυτό, όταν δια τας αμαρτίας ημών των αμαρτωλών ανθρώπων εσταυρώθη και έχυσε το Πανάγιον του Αίμα’ αλλά οι Μάρτυρες όλοι με αυτό το Βάπτισμα εβαπτίσθησαν της Βασιλείας των Ουρανών. Πέμπτον βάπτισμα είναι το των δακρύων, ήτοι το να ενθυμηθή τις τας αμαρτίας του, να κλαύση και να θρηνήση. Τα δάκρυα εκείνα ως νέον Βάπτισμα είναι’ ότι με τα δάκρυα καθαρίζει ο άνθρωπος το πρώτον Βάπτισμα, το οποίον εμόλυνε' πλην είναι κοπιαστικώτερον από όλα, ότι έχει και κόπον περισσότερον από τα άλλα τέσσαρα Βαπτίσματα’ ότι και το μαρτύριον έχει κόπον και πόνον, αλλά μόνον εις μίαν ώραν ή ημέραν ή εβδομάδα’ όμως το δάκρυ θέλει να το έχη ο άνθρωπος εις όλην του την ζωήν, και διά τούτο είναι και κοπιαστικώτερον από όλα τα βαπτίσματα. Είπομεν λοιπόν και πόσα βαπτίσμα¬τα είναι και διελευκάναμεν το πέμπτον ζήτημα.

Έκτον ζήτημα είναι’ Πόσα ονόματα έχει το άγιον Βάπτισμα;
Ας είπωμεν λοιπόν επ' αυτού όσα λέγει ο μέγας Γρηγόριος ο Θεολόγος. Λέγεται δώρον, διότι, χωρίς να δώσωμεν τίποτε εις τον Θεόν, μας το δίδει. Λέγεται Βάπτισμα, ότι θάπτει την προπατορικήν αμαρτίαν, ήτοι την αμαρτίαν του Αδάμ, την οποίαν έχει κάθε παιδίον, αυτό την εξαφανίζει. Το άγιον Βάπτισμα λέγεται και χρίσμα, ότι τον παλαιόν καιρόν, όταν ήθελον να κάμουν Βασιλέα η Αρχιερέα, τον ήλειφον με έλαιον. Ούτω και ημάς τους Χριστιανούς, επειδή βασιλείς των παθών μας κάμνουν, μας βαπτίζουν με το άγιον Βάπτισμα και μας χρίουν με το άγιον Μύρον εις τους οφθαλμούς, εις τας χείρας και εις το στήθος, δια να μη έχη ο διάβολος χώραν και τόπον εις όλα μας τα μέλη. Εις τους οφθαλμούς μας χρίουν δια να μη δύναται ο διάβολος να μας νικήση με την όρασιν εις κάλλος μάταιον η εις ευτυχίαν άλλου. Εις τας χείρας δε, δια να μη δύναται ο διάβολος να μας νικά εις αρπαγήν, και εις όσας αμαρτίας κάμνουσιν αι χείρες. Εις το στήθος δε, δια να μη ενθυμούμεθα πονηράς ενθυμήσεις’ ότι το επιθυμητικόν του ανθρώπου εις το στήθος ευρίσκεται. Λέγεται φώτισμα, ότι φωτίζει και λαμπρύνει την ψυχήν του ανθρώπου, και την σώζει από το σκότος της αιωνίου κολάσεως. Λέγεται αφθαρσίας ένδυμα, ότι με το άγιον Βάπτισμα εξαλείφονται αι αμαρτίαι του ανθρώπου και ενδύεται ο άνθρωπος αφθαρσίαν, ήτοι δεν φοβείται πλέον ο άνθρωπος εκείνος να κολασθή, αλλά υπάγει εις λουτρόν παλιγγενεσίας, ότι πλύνει και καθαρίζει τον άνθρωπον από τας αμαρτίας του, και το Βάπτισμα εκείνο είναι ως να εδευτερογεννήθη χωρίς αμαρτίας’ λέγεται και σφραγίς, ότι τούτο είναι σημείον της χριστιανωσύνης’ και όπως οι Εβραίοι ήλειψαν εις την Αίγυπτον τα ανώφλια των θυρών με το αίμα του αρνίου και δεν τους ηνώχλησεν ο θάνατος, τοιουτοτρόπως ούτε τους Χριστιανούς δύναται να νικήση ο διάβολος, διότι είναι σεσημειωμένοι με το άγιον Βάπτισμα. Τόσα και ακόμη περισσότερα ονόματα έχει το άγιον Βάπτισμα.

Έβδομον ζήτημα είναι’ Τι ονομάζεται Πνεύμα; Και λέγομεν εις αυτό, ότι κατά πρώτον λόγον Πνεύμα ονομάζεται αυτό τούτο το Πανάγιον Πνεύμα, τον εν πρόσωπον της Αγίας Τριάδος, περί του οποίου και ο Προφήτης Δαβίδ λέγει’ «Τω λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν, και τω Πνεύματι του στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών». Το δε βιβλίον του Ιώβ λέγει «Πνεύμα Κυρίου το ποιήσαν με, πνοή δε παντοκράτορος η συνέχουσά με». Και πάλιν το Λευιτικόν λέγει’ «Ενέπνευσε Πνεύμα Κυρίου τον Βεσελεήλ». Πνεύμα όμως ονομάζεται και ο Άγγελος, ως λέγει ο Προφήτης Δαβίδ. «Ο ποιών τους Αγγέλους αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα». Και πάλιν, ως λέγει και ο μέγας Παύλος ο Απόστολος’ «Ουχί πάντες εις λειτουργικά πνεύματα προς διακονίαν αποστελλόμενα;». Πνεύμα ονομάζεται και ο δαίμων, ως λέγει και το άγιον Ευαγγέλιον, ότι ο Κύριος επρόσταξεν ένα δαίμονα να εξέλθη από τον άνθρωπον και είπε. «Το πνεύμα το άλαλον και κωφόν, εγώ σοι επιτάσσω, έξελθε εκ του ανθρώπου τούτου». Πνεύμα ονομάζεται και ο άνεμος, ως λέγει το βιβλίον του Προφήτου Ιωνά. «Και εξήρε Κύριος πνεύμα μέγα εν τη θαλάσση' ήτοι ήγειρεν ο Θεός άνεμον μέγαν εις την θάλασσαν, όταν ήτο ο Προφήτης Ιωνάς εις το πλοίον και πάλιν ο Προφήτης ο Ησαΐας λέγει’ «Ο στερεών βροντήν και κτίζων πνεύμα». Και ο Δαβίδ' «Πνεύσει το πνεύμα αυτού, και ρυήσεται ύδατα».

Πνεύμα ονομάζεται και η ψυχή, ως το λέγει ο Προφήτης Δαβίδ. «Εξελεύσεται το πνεύμα αυτού, και επιστρέψει εις την γην αυτού», ήτοι η ψυχή του ανθρώπου εξέρχεται από το σώμα, και το σώμα απομένει εις την γην και πάλιν αλλαχού ο αυτός Προφήτης λέγει’ «Ότι πνεύμα διήλθεν εν αυτώ και ουχ υπάρξει»’ και πάλιν αλλού’ «Και ηκηδίασεν επ' εμέ το πνεύμα μου». Πνεύμα ονομάζεται και ο νους, ως λέγει ο Κύριος προς την Σαμαρείτιδα' «Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν»’ ήτοι ο Θεός είναι νους' πρέπει δε και εκείνοι οι οποίοι τον προσκυνούν, με νουν καθαρόν να τον προσκυνούν και να τον λατρεύουν. Πνεύμα ονομάζεται και η ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, ως λέγει ο Προφήτης Ησαΐας’ «Και επαναπαύσεται έπ’ αυτώ επτά πνεύματα, πνεύμα σοφίας» και τα εξής. Πνεύμα ονομάζεται το χάρισμα της υιοθεσίας, και το τούτου εναντίον, ως λέγει ο Απόστολος Παύλος' «Ου γάρ ελάβετε πνεύμα δουλείας, αλλ’ ελάβετε πνεύμα υιοθεσίας». Πνεύμα ονομάζεται και το αντιδιαστελλόμενον εις το γράμμα, τούτο δε μαρτυρεί ο Απόστολος Παύλος λέγων «Το μεν γράμμα αποκτείνει, το δε πνεύμα ζωοποιεί». Πνεύμα ονομάζεται η γνωστική διάθεσις, ως λέγει ο Προφήτης Ησαΐας’ «Και τότε γνώσονται οι πλανώμενοι τω πνεύματι». Πνεύμα ονομάζεται και η ζωτική δύναμις, ως λέγει ο σοφός Σολομών «Πνεύμα εν τοις πάσιν», ήτοι όλα τα ζώντα έχουν μίαν ζωήν. Αλλά ποιαν να διαλύσω και ποιαν να αφήσω; από την έννοιαν την πολλήν πίπτω εις απορίαν’ ο λόγος με αναγκάζει, και η αγάπη της εορτής με κάμνει να πολυλογώ, πλην να κόψω τον λόγον μου το ταχύτερον και να διαλύσω το όγδοον ζήτημα.

Όγδοον ζήτημα είναι. Τι ονομάζεται Φως; Και λέγομεν εις αυτό. Φως ονομάζεται ο Πατήρ, ο Υιός, και το Άγιον Πνεύμα. Φως ονομάζεται και ο Άγγελος, ότι είναι του πρωταιτίου φωτός της Αγίας Τριάδος μέτοχος, μετέχων από την λάμψιν του Θεού’ Φως ονομάζεται και ο άνθρωπος, διότι έχει την φωνήν, και ό,τι βουληθή το φανερώνει με την φωνήν του’ Φως ονομάζεται και εκείνο που έδιωξε το πρωτόγονον σκότος’ Φως ονομάζεται και η εντολή, πού έδωκεν ο Θεός εις τον Αδάμ, καθώς το λέγει και ο Προφήτης Δαβίδ’ «Λύχνος τοις ποσί μου ο νόμος σου, και Φως ταις τρίβοις μου». Και πάλιν αλλαχού «Διότι φως τα προστάγματα σου»' φως ονομάζεται και ο νόμος που έδωκεν ο Θεός εις τους Εβραίους’ φως ονομάζεται και το πυρ εκείνο, που εφλόγιζε την βάτον, και δεν την έκαιε’ φως ονομάζεται και ο στύλος πυρός, που ωδήγει τους Εβραίους μετά την Ερυθράν θάλασσαν, και επεριπατούσαν την νύκτα’ φως ονομάζεται και εκείνο το πυρ, που ήρπασε τον Προφήτην Ηλίαν' Φως ονομάζεται και εκείνο που εφάνη εις τους ποιμένας, όταν εγεννήθη ο Χριστός εις το σπήλαιον’ Φως ονομάζεται και του αστέρος η λάμψις, που ωδήγει τους Μάγους από την Ανατολήν έως την Βηθλεέμ’ Φως ονομάζεται και εκείνο που έδειξεν ο Χριστός εις το Θαβώριον όρος, και έλαμψεν εμπρός εις τους Μαθητάς' Φως ονομάζεται και η φαντασία εκείνη, που εσκότισε τους οφθαλμούς του Αποστόλου Παύλου’ Φως ονομάζεται και εκείνο, που μέλλουν να λάμψουν οι δίκαιοι εις την δευτέραν Παρουσίαν’ Φως ονομάζεται καθαρώς και καθολικά το Άγιον Βάπτισμα. Ιδού βοηθεία Θεού ελύσαμεν και το όγδοον ζήτημα.

Ένατον ζήτημα είναι’ Διατί γίνεται το Βάπτισμα δι' ύδατος και Αγίου Πνεύματος; Λέγομεν εις αυτό, ότι ο άνθρωπος είναι διπλούς, από το σώμα και από την ψυχήν’ και το μεν σώμα είναι αισθητόν, ως το προείπομεν εις την αρχήν του λόγου, η δε ψυχή είναι νοερά και άϋλος. Ομοίως και το Βάπτισμα γίνεται διά του ύδατος μεν, το οποίον είναι αισθητόν, και του Αγίου Πνεύματος, το οποίον είναι νοητόν και άϋλον. Και ότι το μεν σώμα, όταν θέλωμεν να το καθαρίσωμεν, δι' ύδατος το καθαρίζομεν, την δε ψυχήν το Πνεύμα το Άγιον την καθαρίζει και την λαμπρύνει’ διά τούτο έλεγε και ο Προφήτης Ησαΐας" «Λούσασθε και καθαροί γίνεσθε, αφέλεσθε τας πονηρίας από των καρδιών υμών απέναντι των οφθαλμών μου»' ήτοι, η μεν πλύσις διά του ύδατος καθαρίζει το σώμα, η δε χάρις του Αγίου Πνεύματος λαμπρύνει την ψυχήν και την ελευθερώνει από τας αμαρτίας. Έχομεν λύσει ούτω και το ένατον ζήτημα. Βούλεσθε τώρα να είπω και το δέκατον ζήτημα η να το αφήσω; Νομίζω, ότι όλοι το καταλαμβάνετε, ως απλούν και φανερόν' διότι, ποίος Χριστιανός είναι, όστις δεν καταλαμβάνει ποίαν χάριν έχει το Άγιον Βάπτισμα, ή τι καλόν δίδει εις τον άνθρωπον; πλην να είπω και περί τούτου ολίγα, διά να μη φανώ ότι αμελώ.

Δέκατον ζήτημα είναι’ Τι δύναται να χαρίση το Βάπτισμα εις τον άνθρωπον; Και λέγομεν εις αυτό: Ο άνθρωπος εξ αρχής αναμάρτητος έγινεν από την γην χειρί Θεού' όμως, όταν παρέβη την εντολήν του Θεού και έφαγε απ' εκείνο το ξύλον της γνώσεως, τότε απέκτησε και την αμαρτίαν, και από τότε όσοι άνθρωποι εγεννώντο μετείχον όλοι της αμαρτίας του Αδάμ. Διά τούτο και δεν ηδύναντο να αναβούν εις την Βασιλείαν των ουρανών, εκεί από όπου εξέπεσεν ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ. Ο Χριστός λοιπόν, ως φιλάνθρωπος και ελεήμων, δεν αφήκε το γένος των ανθρώπων, ήτοι το πλάσμα του, να το κερδήση ο διάβολος, αλλά ήλθε και εβαπτίσθη και μας έδειξε τον τρόπον και την οδόν της σωτηρίας μας, ότι διά του Αγίου Βαπτίσματος θα αξιωθώμεν της Βασιλείας των ουρανών, της πρώτης μας πατρίδος. Είναι λοιπόν το Άγιον Βάπτισμα σωτηρία της ψυχής του ανθρώπου και ελευθέρωσις από των αμαρτιών. Το Βάπτισμα είναι η κλεις της Βασιλείας των ουρανών. Το Βάπτισμα είναι φωτισμός της ψυχής του ανθρώπου, το Βάπτισμα είναι αγιασμός και λαμπρότης των ανθρώπων το Βάπτισμα είναι ζωή και σωτηρία των Χριστιανών’ το Βάπτισμα είναι ελευθερία από της κολάσεως’ διότι, όστις το φυλάξη καθαρώς, αξιώνεται της Βασιλείας των ουρανών το Βάπτισμα είναι νοητόν, είναι δευτέρα πλάσις του ανθρώπου, διότι όταν βαπτισθή ο άνθρωπος γίνεται αναμάρτητος, καθώς τον έκαμεν ο Θεός εξ αρχής, θέλεις να μάθης την αλήθειαν, τι δύναται να χαρίση το Άγιον Βάπτισμα; Άκουσον πως ορίζει τούτο ο Χριστός εις το κατά Ιωάννην Άγιον Ευαγγέλιον «Ει τις ουκ αναγεννηθή εξ ύδατος και Πνεύματος, ου μη εισέλθη εις την Βασιλείαν των ουρανών», ήτοι όστις δεν δευτερογεννηθή από το Άγιον Βάπτισμα, εκείνος δεν εισέρχεται εις την Βασιλείαν των ουρανών, εκείνος δε ο άνθρωπος όστις βαπτισθή πηγαίνει εις την Βασιλείαν των ουρανών. Τι άλλο περισσότερον θέλεις, η τι άλλο χάρισμα ζητείς καλλίτερον από αυτό, που σου δίδει το Άγιον Βάπτισμα;

Διά τούτο, ευλογημένοι Χριστιανοί, όσοι εβαπτίσθημεν εις Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, την Μίαν Αγίαν και σεβάσμιον Τριάδα, ας μη μολυνθώμεν με πράξεις και έργα δαιμονικά. Όσα υπεσχέθημεν εις το Άγιον Βάπτισμα, ας σπουδάσωμεν να τα εκτελέσωμεν, ότι υπεσχέθημεν να υπακούωμεν εις τους λόγους του Ευαγγελίου. Τας παραγγελίας του Χριστού να κάμνωμεν, τας εντολάς του να τηρώμεν, την σωτηρίαν μας να φροντίζωμεν, την Βασιλείαν των ουρανών να ζητώμεν, τον δαίμονα να μισώμεν και να αποστρεφώμεθα τα έργα αυτού, πορνείαν να μη κάμνωμεν, να μη φονεύωμεν, να μη αρπάζωμεν, να μη πλεονεκτώμεν, να μη εχθρευώμεθα αλλήλους, να μη καταδίδωμεν ο ένας τον άλλον, να μη είμεθα ανελεήμονες, να μη είμεθα άσπλαγχνοι, να μη οργιζώμεθα, να μη υπερηφανευώμεθα, να μη κενοδοξώμεν, να μη πράττωμεν κανένα έργον του διαβόλου, αλλά του Χριστού τα έργα να μελετώμεν και να κάμνωμεν. Να έχωμεν παρθενίαν, φιλοξενίαν, αγάπην εις πάντας, πίστιν εις τον Χριστόν, ελπίδα εις τον Θεόν, ελεημοσύνην εις τους πτωχούς, αγαθωσύνην εις τους εχθρούς μας τους σωματικούς, υπομονήν εις τους πειρασμούς του σώματος, υποταγήν εις τους μεγαλύτερους μας, υπακοήν εις τα βιβλία της Εκκλησίας μας, εγκράτειαν των παθών, αποχήν των κακών και αποφυγήν των αμαρτιών.

Αυτά όλα και περισσότερα αγαθά υπεσχέθημεν, ευλογημένοι Χριστιανοί, να κάμνωμεν. Δια τούτο αυτά ας φυλάξωμεν, αυτά ας κατορθώσωμεν’ μη φανώμεν αχάριστοι και αγνώμονες, ας τιμήσωμεν τον Χριστόν, ας δοξάσωμεν την Δεσποτικήν εορτήν και αγίαν ταύτην ημέραν όχι με θυσίας ειδωλατρικάς ή με απρεπείς και ατάκτους χορούς, η με πολυποσίας και πολυφαγίας’ διότι αυτά ζητούσι τα έθνη, καθώς το λέγει και ο μέγας Παύλος ο Απόστολος’ «Ταύτα γαρ πάντα τα έθνη επιζητεί». Μη νομίζωμεν, ότι με τοιαύτα έργα ευαρεστείται ο Θεός, αλλά εάν νηστεύσωμεν διά τον γευσάμενον όξος και χολήν, τότε ευχαριστείται ο Θεός' εάν υβρισθώμεν διά την αγάπην του Χριστού του υβρισθέντος δι’ ημάς, τότε έχομεν χάριν εκ Θεού εάν ονειδισθώμεν, εάν διωχθώμεν, εάν πειρασθώμεν, εάν φυλακισθώμεν, εάν εξορισθώμεν, εάν κάθε άλλο κακόν πάθωμεν διά την αγάπην του Χριστού, τότε ας χαιρώμεθα, ας ευφραινώμεθα, ότι πολύν μισθόν έχομεν εις την Βασιλείαν των Ουρανών, καθώς λέγει και το κατά Ματθαίον άγιον Ευαγγέλιον «Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς».

Ούτω λοιπόν, ευλογημένοι Χριστιανοί, εάν ποιώμεν, τότε θα δεχθή ο Θεός τας εορτάς μας και τας πανηγύρεις μας. Και εδώ μεν θα μας αξιώση να διέλθωμεν ζωήν ειρηνικήν, ασκανδάλιστον και αναμάρτητον, εκεί δε θα μας καταξιώση της στάσεως των Αγίων Πάντων, της αιωνίου ζωής, της αγήρω μακαριότητος, της τιμής των εκλεκτών, και της Βασιλείας των Ουρανών. Ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ τω Θεώ ημών ω πρέπει δόξα, τιμή, προσκύνησις, αγιωσύνη και μεγαλοπρέπεια, συν τω ανάρχω αυτού Πατρί, και τω Παναγάθω και ζωαρχικώ Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους απέραντους αιώνας των ατελευτήτων αιώνων. Αμήν.
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (05-01-09)
  #5  
Παλιά 09-01-08, 22:50
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
...Ένα υπερφυσικό φαινόμενο που συνδέεται με το Μυστήριο του Βαπτίσματος, συνέβη το 1980 στην Ιερά Μονή Χιλιανδαρίου, δηλαδή στό Σερβικό Μοναστήρι του Αγίου Όρους.

Ένας Σέρβος σπουδαστής, ονόματι Πέτρος Ρέστοβιτς από τό Βελιγράδι άθεος και αβάπτιστος μέχρι τα δεκαεννέα του χρόνια, βρήκε την πίστι και ζήτησε να βαπτισθή στο Μοναστήρι του Χιλιανδαρίου. Καθώς γινόταν η τελετή κάποιος φίλος του τράβηξε μία φωτογραφία. Την ώρα που φωτογράφιζε επέτρεψε ο Θεός να φανή κάτι από την αόρατη χάρι του μυστηρίου του Βαπτίσματος. Αυτό φάνηκε όταν τυπώθηκαν οι φωτογραφίες.



Όλοι τους παρετήρησαν με κατάπληξι και ιερό δέος ότι στο κεφάλι του νεοφώτιστου καθόταν ένα λευκό περιστέρι! Η συγκίνησις του ιδίου, μόλις είδε την φωτογραφία ήταν απερίγραπτη.

Έτυχε να πέση και στα χέρια μας αυτή η φωτογραφία και την παραθέτουμε στους αναγνώστες, ώστε ν' απολαύσουν κι' αυτοί την όμορφη θαυματουργία.

...Από το ‘’Θαύμα της πίστεως’’ Αρχιμανδρίτου Δανιήλ Γούβαλη.
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (07-12-08)
  #6  
Παλιά 10-01-08, 01:07
Το avatar του χρήστη tertios
tertios Ο χρήστης tertios δεν είναι συνδεδεμένος
Μέλος
 

Τελευταία φορά Online: 15-01-17 11:47
Φύλο: Άντρας
Η διαθεσή μου τώρα:
Αδελφέ θα έλεγα να γίνεται φειδωλή χρήση τετοιων φωτογαφικων περιστατικων. Υπάρχον πολλοί που δυσπιστούν και σκανδαλίζονται. Ισως θα ηταν καλύτερα να ελέγχουμε προσωπικά την αυθεντικότητα τετοιων ντοκουμέντων. Καμια φορά η καλή πρόθεση ελλειπούσης διακρίσεως δεν ωφελεί. Ας μη ξεχναμνε ότι δεν μας παρακολουθούν μόνο πιστοί και θα έρεπε να αποφύγουμε κάθε κατηγορία έμμεσου προσηλυτισμού.

Και φυσικα η παρέβαση μου ειναι καλόπιστη. Εγω δεν χρειάζομαι φωτογραφία για να αναγνωρίσω την μοναδική Χάρη τουΜυστηρίου του Βαπτίσματος....Πρόκειται για πίστη παραδεδομένη....
__________________
Omnes ad Forum ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ!!!!
Απάντηση με παράθεση
  #7  
Παλιά 10-01-08, 17:30
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
...το thread έχει τον τίτλο ''Η Σάρκωσις του Λόγου''. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο (χωρίς να το επιδιώκω) αβίαστα και φυσικά η μη ασυνέχεια του λόγου, μας φέρνει μπροστά στο θαύμα. Δυσπιστία ή απιστία, πάντοτε υπήρχαν, αλλά εδώ και πάλι, το αόρατο ορατοποιείται. Ο Λόγος Σάρξ εγένετο, όχι μόνο τότε τα Χριστούγεννα, που ήθισται να λέγεται, αλλά με συνέχεια, χωρίς ίχνος θεολογικού - φιλοσοφικού κενού. Ένδειξη που μπορεί να μας κάνει πιο στέρεους. Με μεγαλύτερη ελπίδα στον Τριαδικό Θεό και ευχαριστία. Ακόμη και συναίσθηση της χάριτος.

...και όπως ο προφορικός λόγος, ο πρώην αόρατος και αψηλάφητος, μέσω των σημείων (γραμμάτων - στοιχείων) αποτυπούται στο χαρτί και πλέον, ''αφή ψηλαφείται, όψει καταλαμβάνεται'' έτσι και η παραδεδομένη πίστη δεν παραμένει μόνο στον χώρο τον νοητό, (που μπορεί όμως και να θεωρηθεί από αντίθετους στην γνώμη, φαντασία και υποκειμενική) αλλά κατέρχεται σε αισθητή παρουσία, (όποτε Ο Κύριος κρίνει αυτό αναγκαίο) για να ανεβάσει/ανεβάζει το νου στο Νου, δια των Μυστηρίων.

Η φωτογραφία χρησιμοποιήθηκε [στο συγκεκριμμένο νήμα όχι φυσικά για προσηλυτισμό, (άλλωστε οι περισσότεροι συνομιλούντες, είμαστε βαπτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί) αλλά] για την (στο μέτρο του δυνατού) αίσθηση του ''άλλου επιπέδου'', που οικονομεί - (και κυρίως) εργάζεται ο καλός Θεός.

Βαπτιζόμαστε με ''ύδωρ και Πνεύμα'' και το μεν ύδωρ ΟΛΟΙ το είδαμε' το Πνεύμα όμως;

έ! η φωτογραφία, υπέχει ρόλο απλού ερεθίσματος αναγωγής από το ορατό στο αόρατο, από το φαινόμενον στην ουσία, από το έξω στο μέσα, δλδ για την (με ασφαλέστερη πίστη) εσωτερική αναζήτηση του (σεσαρκωμένου) βιώματος του Μυστηρίου, που είναι η ευσπλαγχνική προέκταση της εν ημίν Βασιλείας του Θεού.

...αλλιώς, η μετοχή μας στην Βασιλεία του Θεού, ΔΕΝ θα λάβει ''σάρκα και οστά'' παρατείνοντας ή δεσμεύοντας την παρουσία μας, στον χώρο του φανταστικού και αληθοφανούς, χωρίς ''σημεία'', χωρίς ''Ουσία''. Κρίμα και αλοίμονό μας .

ΥΓ Όσον αφορά τη φειδωλή χρήση, συμφωνώ απόλυτα, χωρίς συστολή όμως των θαυμασίων του Θεού. Σαν να παραδεχόμαστε τον ήλιο (Ουσία), αποκρύπτοντας όμως (με κάθε φορά και για κάποιον ιδιαίτερο λόγο) τις ακτίνες και την λαμπρότητά Του. Στην προκείμενη περίπτωση, αλλά και στην συνέχεια, εκτιμώ να τηρώ το μέτρο.

σχετικός (βιωματικός από αγιορείτη) δεσμός: βάπτιση ορθοδόξου

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη mystakid : 18-12-13 στις 12:39
Απάντηση με παράθεση
  #8  
Παλιά 25-04-08, 01:09
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
...Έκαστον μέλος της αγίας σου σαρκός ατιμίαν δι ημάς υπέμεινε. τας ακάνθας η κεφαλή, η όψις τα εμπτύσματα, αι σιαγόνες τα ραπίσματα, το στόμα την εν όξει κερασθείσαν χολήν τη γεύσει. τα ώτα τας δυσσεβείς βλασφημίας, ο νώτος την φραγγέλωσιν και η χειρ τον κάλαμον. αι του όλου σώματος εκτάσεις εν τω Σταυρώ. τα άρθρα τους ήλους και η πλευρά την λόγχην. Ο παθών υπέρ ημών και παθών ελευθερώσας ημάς, ο συγκαταβάς ημίν φιλανθρωπία και ανυψώσας ημάς, Παντοδύναμε Σωτήρ, ελέησον ημάς.

Θα μπορούσε να τοποθετηθεί στο thread της ''πορείας προς την Ανάσταση'' αλλά, όπως αναφέρεται στην Θ' ώρα: Ὁ ἐν τῇ ἐνάτῃ ὥρᾳ δι' ἡμᾶς, σαρκὶ τοῦ θανάτου γευσάμενος, νέκρωσον τῆς σαρκὸς ἡμῶν τὸ φρόνημα, Χριστὲ ὁ Θεὸς καὶ σῶσον ἡμᾶς.... έχει εκτυπώτερη νοηματική συνέχεια στο παρόν νήμα, καθώς επεκτείνετε όχι μόνο στην θεωρητική και εξ αποστάσεως νοητική γνώση, αλλά ιδιαίτερα στην πρακτική και καρδιακή. Όχι ολοκλήρωση (σωτηρία) πνευματική και μόνο, αλλά ΚΑΙ εν σώματι.

Μαζί με το εσχίσθη το καταπέτασμα του ναού εκτιμώ πως δίνει κάποια στοιχεία εμβάθυνσης και ''προσωπικής'' βιωματικής σχέσης με Τον Σταυρωθέντα δι ημάς Ιησού Χριστό, δλδ λόγο συσταυρωθέντα με το Λόγο, παρά το εξωστρεφές και συναισθηματικό, ασταύρωτο και απρόσωπο σε ''συμμετοχή'' θρησκευτικό περιβάλον περιβάλλον.
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (01-01-13)
  #9  
Παλιά 05-05-08, 13:51
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Ο Απόστολος Θωμάς ζητά αυτήν την πολυπαθή σάρκα που πέθανε, να την ψηλαφήσει ως αναστημένη.

Ο Κύριος, με την των θυρών κεκλεισμένων εισερχόμενη Αναστημένη Σάρκα δεν αποφεύγει την ψηλάφηση, αλλά απεναντίας, όπως και την προηγούμενη φορά, την προτείνει...

Ο δε Απόστολος Θωμάς, (μεθερμηνευόμενος δίδυμος) ως πύρινη κολώνα μεταξύ γης και ουρανού



διαχρονικά ''εργάζεται'', μεταφέροντας τις αιτήσεις των ανθρώπων αλλά και εκπληρώνοντάς τες την δια εξωτερικής αισθητής αιτήσεως γνώσης ανακάλυψης στην δια εσωτερικής πίστης αποκάλυψης της Αναστημένης Αλήθειας και προοπτικής μας, της κοινής ανάστασης. Αμήν. Μόνο των πιστευόντων;

Σκέψεις για το διαχρονικό έργο του Αποστόλου...
Απάντηση με παράθεση
  #10  
Παλιά 07-06-08, 21:28
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Εκ δεξιάς καθίσας πατρικής, Λόγε,
Μύσταις παρέσχες πίστιν ασφαλεστέραν.



Κατά τινας διδασκάλους η εορτή της εις ουρανούς ενδόξου του Χριστού Αναλήψεως, είναι η μεγίστη πασών των Δεσποτικών εορτών, διότι σήμερον έλαβε τέλος ο σκοπός όλος της ενσάρκου οικονομίας, όστις ήτο να αναβιβάση την καταπεσούσαν φύσιν των ανθρώπων εις αυτά τα επουράνια, λέγουσι δε οι φιλόσοφοι ότι πανταχού το τέλος τιμιώτερον εστι των προ του τέλους.

Αναγνώσματα:
Απόστολος Πράξ. α’ 1-12
Ευαγγέλιο Λουκά κδ’ 36-53

Μεγαλυνάριον
Εκ του όρους Σώτερ των Ελαιών, σαρκί ανελήφθης, καθορώντων των Μαθητών’ όθεν σου την θείαν, Ανάληψιν υμνούμεν, δι ής ημάς προς δόξαν, ύψωσας άρρητον.


Μετά την γέννηση του Χριστού, σε 40 ημέρες (δλδ την Υπαπαντή) Τον δέχθηκε στην αγκαλιά του ο υπέργηρως Συμεών…
…και αυτός εδέξατο αυτό εις τας αγκάλας αυτού και ευλόγησεν τον θεόν και είπεν νυν απολύεις τον δούλον σου Δέσποτα κατά το ρήμα σου εν ειρήνη ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριον σου ό ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών φως εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ (Λουκ β’28)

Ισραήλ = νους ορώμενος τω Θεώ (για να μην θεωρείται κοντόφθαλμη εθνικιστική προβολή...)

…40 ημέρες μετά την ανάσταση, δέχεται Τον Υιό, στους πατρικούς κόλπους ο Πατήρ.

Ο αναληφθείς εν δόξη Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς. Αμήν.
Απάντηση με παράθεση
  #11  
Παλιά 06-12-08, 01:05
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Αφού ο άνθρωπος δεν μπορούσε να έρθει στο Θεό, ο Θεός ήρθε στον άνθρωπο, ταυτίζοντας τον εαυτό του με τον άνθρωπο με τον πιο άμεσο τρόπο. Ο αιώνιος Λόγος και Υιός του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, έγινε αληθινός άνθρωπος, ένας από εμάς. Συμμετέχει απόλυτα στο κάθε τι που μας αποτελεί κι έτσι μας δίνει τη δυνατότητα να συμμετέχουμε σ’ αυτά που τον αποτελούν, στη θεϊκή του ζωή και στη δόξα του. Έγινε ό,τι είμαστε για να μας κάνει ό,τι είναι Αυτός. Ο Θεός ενώνεται με τη δημιουργία του πιο στενά από τη κάθε δυνατή ένωση, καθώς γίνεται ο ίδιος αυτό που δημιούργησε. Ο Θεός σαν άνθρωπος εκπληρώνει το μεσολαβητικό έργο που ο άνθρωπος απέκρουσε κατά τη πτώση. Ο Ιησούς, ο Σωτήρας μας, γεφυρώνει την άβυσσο ανάμεσα στο Θεό και στον άνθρωπο γιατί είναι ταυτόχρονα και Θεός και άνθρωπος. Όπως λέμε σε έναν από τους ορθόδοξους ύμνους της παραμονής των Χριστουγέννων. «Ο ουρανός και η γη σήμερον ηνώθησαν, τεχθέντος του Χριστού. Σήμερον Θεός επί γης παραγέγονε, και άνθρωπος εις ουρανούς αναβέβηκε».

Η Ενσάρκωση λοιπόν είναι η υπέρτατη πράξη του Θεού για να μας απολυτρώσει και να ξανασυνδέσει την επικοινωνία μας μαζί Του. Έχει περισσότερη σημασία από μια αναίρεση της πτώσης ή μια αποκατάσταση του ανθρώπου στην αρχική του κατάσταση μέσα στο Παράδεισο. Όταν ο Θεός γίνεται άνθρωπος, αυτό σημαδεύει την αρχή ενός ουσιαστικά νέου σταδίου στην ιστορία του ανθρώπου και όχι μόνο την επιστροφή του στο παρελθόν.

Η Ενσάρκωση ανεβάζει τον άνθρωπο σ’ ένα καινούριο επίπεδο, η τελευταία κατάσταση είναι υψηλότερη από την πρώτη. Μόνο μέσα στον Ιησού Χριστό βλέπουμε να αποκαλύπτονται όλες οι δυνατότητες της ανθρώπινης φύσης μας, μέχρι να γεννηθεί, η αληθινή σημασία της προσωπικότητας μας μάς ήταν κρυμμένη. Η γέννηση του Χριστού, όπως λέει ο Μ. Βασίλειος, είναι «η γενέθλια ημέρα όλου του ανθρώπινου γένους».

Ο Χριστός είναι ο πρώτος τέλειος άνθρωπος- τέλειος δηλαδή όχι μόνο δυναμικά, όπως ήταν ο Αδάμ με την αθωότητα του πριν από την πτώση, αλλά με την έννοια της απόλυτα πραγματοποιημένης «ομοίωσης». Η Ενσάρκωση λοιπόν δεν είναι μόνο ένας τρόπος για ν’ απαλειφθούν τα αποτελέσματα του προπατορικού αμαρτήματος, αλλά είναι ένα ουσιαστικό στάδιο στο ταξίδι του ανθρώπου από την θεία εικόνα στη θεϊκή εξομοίωση. Η αληθινή αιτία λοιπόν για την Ενσάρκωση δεν βρίσκεται στην αμαρτωλότητα του ανθρώπου αλλά στη πεπτωκυία φύση του, στην ύπαρξη του που έγινε σύμφωνα με τη θεϊκή εικόνα και είναι ικανή να ενωθεί με το Θεό.

Όπως είπε ο Χριστός στο Μυστικό Δείπνο: «καγώ την δόξαν ην δέδωκάς μοι δέδωκα αυτοίς, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν, εγώ εν αυτοίς και συ εν εμοί, ίνα ώσι τετελεσμένοι εις εν» (Ιωαν. 17, 22-23). Ο Χριστός μας κάνει ικανούς να συμμετέχουμε στη θεϊκή δόξα του Πατέρα. Είναι ο σύνδεσμος και το σημείο επαφής. Επειδή είναι άνθρωπος, είναι ένα με εμάς, επειδή είναι ο Θεός, είναι ένα με τον Πατέρα. Έτσι μέσω και εν αυτώ είμαστε ένα με το Θεό, και η δόξα του Πατέρα γίνεται δική μας δόξα.

Η Ενσάρκωση του Θεού ανοίγει το δρόμο για τη θέωση του ανθρώπου. Το να θεωθεί κανείς σημαίνει, με μεγαλύτερη σαφήνεια, να «χριστοποιηθεί». Η θεϊκή ομοιότητα που καλούμαστε να φτάσουμε είναι η ομοίωση του Χριστού. Μέσω του Ιησού που είναι Θεάνθρωπος εμείς οι άνθρωποι «θεούμεθα», θεοποιούμαστε, γινόμαστε «θείας κοινωνοί φύσεως» (Β Πέτρου 1,4).

Προσλαμβάνοντας την ανθρώπινή μας φύση ο Χριστός που είναι Γιος του Θεού από τη φύση του μας έχει κάνει γιους του Θεού κατά χάρη. Εν αυτώ είμαστε «υιοθετημένοι» από τον Θεό Πατέρα, και γινόμαστε υιοι εν τω Υιώ.

Ο Χριστός μετέχει στο θάνατο μας, κι εμείς μετέχουμε στη ζωή Του. Μόνο Αυτός μπορεί να μας σώσει διότι αποκτά εμπειρία εκ των έσω, σαν ένας από εμάς, για όλα αυτά που υποφέρουμε εσωτερικά καθώς ζούμε σ‘ ένα κόσμο αμαρτωλό. Η κάθοδος του Θεού καθιστά δυνατή την άνοδο του ανθρώπου. Όπως και ο αγ. Μάξιμος ο Ομολογητής γράφει: «Με άφατο τρόπο το άπειρο περιορίζεται, ενώ το πεπερασμένο εκτείνεται στα μέτρα του απείρου».


Κάλλιστος Γουέαρ
Επίσκοπος Διοκλείας
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (07-12-08)
  #12  
Παλιά 05-01-09, 20:17
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Συμεών ο Νέος Θεολόγος

Ο Λόγος σαρξ εγένετο


Κεφάλαιο γ': Περί της του Λόγου Σαρκώσεως καί κατά τίνα τρόπον δι’ υμάς εσαρκώθη.

Για να προσεγγίσουμε την σάρκωση του Λόγου και την απόρρητη γέννησή του από την αειπάρθενο Μαρία και να κατανοήσουμε καλά το μυστήριο της οικονομίας για την σωτηρία του γένους μας το κρυμμένο προ των αιώνων (Εφεσίους 3:9), θα μας βοηθήσει η εξής γνωστή εικόνα:

Κατά την δημιουργία της προμήτορος Εύας ο Θεός πήρε την έμψυχη πλευρά του Αδάμ και την ολοκλήρωσε σε γυναίκα, γι’ αυτό δεν εμφύσησε σ’ αυτήν πνοή ζωής καθώς και στον Αδάμ, αλλά το μέρος που έλαβε από την σάρκα του το τελειοποίησε σε ολόκληρο σώμα γυναικός, την δε απαρχή του πνεύματος που έλαβε μαζί με την έμψυχη σάρκα την τελειοποίησε σε ψυχή ζωντανή δημιουργώντας με τα δυό μαζί έναν άλλον άνθρωπο. Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο ο πλαστουργός και κτίστης Θεός πήρε από την Αγία Μαρία έμψυχη σάρκα σαν ζύμη και μικρή απαρχή από το φύραμα της φύσεώς μας - δηλαδή από την ψυχή και το σώμα μαζί - και την ένωσε με την δική του ακατάληπτη και απρόσιτη Θεότητα. Ή μάλλον ένωσε πραγματικά όλη την υπόσταση της Θεότητός του με την δική μας φύση, την έσμιξε άμικτα μ’ αυτή και την έκανε άγιο ναό του. Έτσι ο ποιητής του Αδάμ έγινε ατρέπτως και αναλλοιώτως τέλειος άνθρωπος.

Όπως ακριβώς λοιπόν από την πλευρά του Αδάμ έπλασε την γυναίκα, έτσι, αφού δανείστηκε την σάρκα από την θυγατέρα του Αδάμ την αειπάρθενο και Θεοτόκο Μαρία και την έλαβε χωρίς σπορά, γεννήθηκε κατά τον ίδιο τρόπο με τον πρωτόπλαστο. Ώστε όπως ακριβώς ο Αδάμ με την παράβαση έγινε η αρχή της γεννήσεως μας στην φθορά και στον θάνατο, έτσι και ο Χριστός και Θεός μας με την εκπλήρωση κάθε δικαιοσύνης έγινε η απαρχή της αναγεννήσεώς μας στην αφθαρσία και την αθανασία. Αυτό εννοεί ο θείος Παύλος όταν λέει: «Ο πρώτος άνθρωπος πλάστηκε από τη γη χοϊκός. Ο δεύτερος άνθρωπος, δηλαδή ο Κύριος, είναι επουράνιος. Ό,τι λογής ήταν ο χοϊκός τέτοιοι είναι και όλοι οι χοϊκοί και ό,τι λογής είναι ο επουράνιος τέτοιοι είναι και όλοι όσοι γίνονται επουράνιοι δι’ αυτού.»

(Α’ Κορινθίους 15:47-48). Και πάλι: «Η απαρχή είναι ο Χριστός, έπειτα όσοι είναι του Χριστού.» (Α’ Κορινθίους 15:23).

Επειδή λοιπόν ο Χριστός έγινε τέλειος άνθρωπος κατά την ψυχή και το σώμα, όμοιος με μας σε όλα εκτός από την αμαρτία, μας μεταδίδει την Θεότητά του λόγω της πίστης μας σ’ αυτόν και μας καθιστά συγγενείς του κατά την φύση και την ουσία της Θεότητάς του. Πρόσεξε το νέο και παράδοξο μυστήριο: Ο Θεός Λόγος έλαβε από μας σάρκα, που δεν είχε εκ φύσεως και έγινε άνθρωπος, που δεν ήταν. Από τότε μεταδίδει στους πιστούς την Θεότητά του - την οποία κανείς από τους αγγέλους ή τους ανθρώπους δεν είχε αποκτήσει - και μ’ αυτόν τον τρόπο γίνονται θεοί κατά χάρη και θέση, που δεν ήταν. Έτσι χαρίζει σ’ αυτούς την εξουσία να γίνονται τέκνα Θεού (κατά Ιωάννην 1:12) γι’ αυτό και έγιναν και πάντοτε θα γίνονται και ποτέ δεν θα πάψουν να γίνονται. Άκουσε και τον θείο Παύλο που παρακινεί σ’αυτό: «Όπως φορέσαμε την εικόνα του γήινου, ας φορέσουμε και την εικόνα του επουράνιου.» (Α’ Κορινθίους 15:49).

Ο Θεός λοιπόν του παντός με την σωματική του παρουσία στην γη ήλθε για να αναπλάσει και να ανακαινίσει τον άνθρωπο και να ευλογήσει όλη την κτίση που επέσυρε επάνω της την κατάρα εξαιτίας του ανθρώπου. Και πρώτα ζωοποίησε την ψυχή που έλαβε και αφθαρτώντας την τήν θέωσε, ενώ το άχραντο σώμα του, αν και το θέωσε, όμως το κρατούσε ακόμη φθαρτό και υλικό. Γιατί το σώμα που τρώει και πίνει, κοπιάζει και ιδρώνει, δένεται και σέρνεται, υψώνεται στον σταυρό και καρφώνεται, είναι βέβαια φθαρτό και υλικό, αφού μάλιστα πέθανε και τοποθετήθηκε νεκρό στο μνημείο. Μετά δε την ανάστασή του συνανέστησε και το σώμα του άφθαρτο, πνευματικό, όλο θείο και άυλο, γι’ αυτό και δεν συνέτριψε τις σφραγίδες του μνήματος, εισερχόταν δε και εξερχόταν ελεύθερα μέσα από τις κλειστές πόρτες.

Αλλά γιατί μαζί με την ψυχή δεν έκανε αμέσως και το σώμα πνευματικό και άφθαρτο; επειδή και ο Αδάμ τρώγοντας τον απαγορευμένο καρπό ευθύς μεν με την παράβαση πέθανε κατά την ψυχή, ενώ κατά το σώμα ύστερα από πολλά χρόνια. Γι’ αυτό και ο Χριστός πρώτα ανέστησε και ζωοποίησε την ψυχή που τιμωρήθηκε με το επιτίμιο του θανάτου, έπειτα δε οικονόμησε να απολαύσει και το σώμα την αφθαρσία δια της αναστάσεως, αυτό που δια του θανάτου επέστρεφε στην γη κατά την αρχαία απόφαση. Κι όχι μόνον αυτό, αλλά κατέβηκε στον άδη ελευθερώνοντας από τα δεσμά τις ψυχές των εκεί φυλακισμένων αγίων και τις κατέταξε σε τόπο αναπαύσεως και ανεσπέτρου φωτός. Τα σώματά τους όμως δεν τα ανέστησε, αλλά τα άφησε στους τάφους μέχρι την κοινή ανάσταση.

Το μυστήριο λοιπόν αυτό που συντελέστηκε για όλο τον κόσμο με την ένσαρκη οικονομία του Χριστού, τούτο το ίδιο γινόταν και σε κάθε άγιο και γίνεται αδιαλείπτως μέχρι σήμερα σε κάθε πιστό. Γιατί λαμβάνοντας το πνεύμα του Δεσπότη και Θεού μας συμμετέχουμε στην θεότητά του, τρώγοντας δε την πανάμωμο σάρκα του γινόμαστε αληθινά και εξ ολοκλήρου σύσσωμοι του Χριστού και συγγενείς του, καθώς και αυτός ο θείος Παύλος βεβαιώνει: «Είμαστε οστούν από τα οστά του και σάρκα από την σάρκα του» (Εφεσίους 5:30) και αλλού: «από τον πλούτο της θεότητός του όλοι εμείς λάβαμε αλλεπάλληλες δωρεές» (κατά Ιωάννην 1:16 και Κολασσαείς 2:9). Έτσι γινόμαστε κατά χάριν όμοιοι με τον φιλάνθρωπο Θεό και Δεσπότη μας ανακαινισμένοι στην ψυχή, άφθαρτοι και αναστημένοι από νεκροί που ήμαστε. Τότε βλέπουμε αυτόν που καταδέχτηκε να γίνει όμοιός μας και βλεπόμαστε απ’ αυτόν, που μας αξίωσε να γίνουμε όμοιοί του, όπως κάποιος βλέπει από μακριά το πρόσωπο του φίλου του και διαλέγεται μ’ αυτόν και συνομιλεί και ακούει την φωνή του.

Κατά τον ίδιο τρόπο και οι απ’ αιώνος άγιοι και οι παλαιοί και οι τωρινοί πνευματικά βλέποντες δεν βλέπουν σχήμα ή είδος ή ομοίωμα, αλλά φως ασχημάτιστο, επειδή και αυτοί είναι φως εκ του φωτός, δηλαδή του Αγίου Πνεύματος. Όμως αν και φτάνουν σ’ αυτή την κατάσταση, τα σώματά τους δεν γίνονται αμέσως άφθαρτα και πνευματικά, αλλά όπως ακριβώς το σίδερο που πυρακτώνεται στην φωτιά παίρνει την λαμπρότητά της, όταν όμως απομακρυνθεί απ’ αυτήν γίνεται πάλι ψυχρό και μαύρο, έτσι ακριβώς και τα σώματα των αγίων: Μετέχοντας και αυτά στο θείο πυρ, δηλαδή στην χάρη του Θεού, αγιάζονται, φλεγόμενα καθαρίζονται, γίνονται διαυγή και πολυτιμότερα από τα άλλα σώματα. Αλλά όταν η ψυχή βγει από το σώμα, αμέσως και αυτά παραδίδονται στην φθορά και διαλύονται σιγά-σιγά. Άλλα όμως διατηρούνται για πολλά χρόνια χωρίς να είναι ούτε εντελώς άφθαρτα ούτε πάλι τελείως φθαρτά, αλλά διασώζουν μέσα τους τα γνωρίσματα και της αφθαρσίας και της φθοράς, ώσπου να φτάσουν στην τέλεια αφθαρσία και να ανακαινιστούν την τελευταία και κοινή ανάσταση των νεκρών. Για ποιό λόγο; Διότι δεν έπρεπε να αναστηθούν και να αφθαρτωθούν τα ανθρώπινα σώματα, πριν από την ανακαίνιση των κτισμάτων, αλλά όπως ακριβώς πρώτα πλάστηκε η φύση άφθαρτη και έπειτα ο άνθρωπος, έτσι πάλι πρώτα η κτίση πρέπει να μεταποιηθεί από την φθορά στην αφθαρσία και μετά μαζί μ’ αυτήν ν’ αλλάξουν και να ανακαινιστούν τα φθαρτά σώματα των ανθρώπων, ώστε ο άνθρωπος πνευματικός πια και αθάνατος να κατοικήσει σε τόπο άφθαρτο, αιώνιο και πνευματικό. Και ότι αυτό είναι αλήθεια, άκουσε τον Απόστολο Πέτρο που το βεβαιώνει: «Θα έρθει η ημέρα του Κυρίου σαν κλέπτης την νύχτα και τότε οι ουρανοί θα διαλυθούν από την φωτιά και τα στοιχεία της φύσεως θα καούν και θα λυώσουν» (Β’ Πέτρου 3:10,12), όχι για να εξαφανιστούν, αλλά για να αναχωνευθούν και να αναστοιχειωθούν σε καλύτερη και αιώνια κατάσταση. Από που γίνεται φανερό αυτό; Από τα λόγια που προσθέτει στην συνέχεια ο Απόστολος: «Καινούριους ουρανούς και καινούρια γη προσδοκούμε κατά την επαγγελία σου» (Β’ Πέτρου 3:13). Τίνος την επαγγελία; Ασφαλώς του Χριστού πού είπε: «Ο ουρανός και η γη θα παρέλθουν, οι λόγοι μου όμως δεν θα παρέλθουν» (κατά Ματθαίον 24:35). Παρέλευση του ουρανού εννοεί την αλλαγή του, γι’ αυτό λέει ότι αν και ο ουρανός θα αλλάξει, όμως οι δικοί του λόγοι θα μένουν αναλλοίωτοι και σταθεροί. Αυτό προανήγγειλε και ο προφήτης Δαυίδ: «Σαν μανδύα θα τους τυλίξεις και θα αλλάξουν, εσύ όμως θα παραμείνεις ο ίδιος και τα έτη της ζωής σου δεν θα εκλείψουν» (Ψαλμοί, 101:27-28). Τι θα μπορούσε να γίνει σαφέστερο από αυτά τα λόγια;


Κεφάλαιο ι': Ότι και πάντες οι Άγιοι τον Λόγον του Θεού εν εαυτοίς συλλαμβάνουσι τη Θεοτόκω παραπλησίως και γεννώσιν αυτόν και γεννάται εν αυτοίς και γεννώνται υπ’ αυτού και πως υιοί και αδελφοί και μητέρες αυτού χρηματίζουσιν.


Ο Υιός του Θεού και Θεός, αφού εισήλθε στα σπλάχνα της Παναγίας Παρθένου και έλαβε σάρκα απ’ αυτήν, γεννήθηκε, όπως είπαμε, τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός ασυγχύτως. Τι σημαντικότερο έγινε ποτέ για μας; Όλοι μας πιστεύουμε σ’ αυτόν τον Υιό του Θεού και Υιό της αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας και γι’ αυτό δεχόμαστε τον περί αυτού λόγο με εμπιστοσύνη. Αν τον ομολογούμε λοιπόν και μετανοούμε από τα βάθη της ψυχής μας για τις προηγούμενες αμαρτίες μας, τότε ο λόγος της ευσεβείας, τον οποίο δεχόμαστε, γεννιέται μέσα μας σαν σπόρος, όπως ακριβώς ο Λόγος του Πατρός εισήλθε στην γαστέρα της Παρθένου. Θαύμασε το μέγα τούτο και εκπληκτικό μυστήριο και δέξου το με κάθε πληροφορία και πίστη.

Συλλαμβάνουμε λοιπόν αυτόν τον Λόγο όχι σωματικά, όπως τον συνέλαβε η Παρθένος και Θεοτόκος, αλλά πνευματικά μεν πραγματικά όμως. Και έχουμε μέσα στις καρδιές μας αυτόν που τον ίδιο που συνέλαβε και η Αγνή Παρθένος, όπως λέει ο θείος Παύλος: «Ο Θεός που είπε να λάμψει φως μέσα στις καρδιές μας προς φωτισμόν της γνώσεως του Υιού του» (Β’ Κορινθίους 4:6), σαν να λέει: Αυτός όλος γεννήθηκε αληθινά μέσα μας. Και ότι είναι έτσι το φανερώνει με όσα παραθέτει στην συνέχεια: «Έχουμε δε τον θησαυρόν αυτόν μέσα σε πήλινα σκεύη» (Β’ Κορινθίους 4:6), ονομάζοντας θησαυρό το Άγιο Πνεύμα. Και σε άλλο σημείο ονομάζει το Πνεύμα Κύριο: «Γιατί το Πνεύμα» λέει «είναι ο Κύριος» (Β’ Κορινθίους 4:6), ώστε όπου ακούς Υιόν Θεού να εννοείς μαζί και το Πνεύμα και αν πάλι ακούσεις για το Άγιο Πνεύμα να εννοείς μαζί με αυτό και τον Πατέρα, επειδή και γι’ αυτόν λέει: «Πνεύμα ο Θεός» (κατά Ιωάννη 4:24), διδάσκοντάς σε παντού το αχώριστο και ομοούσιο της Αγίας Τριάδος, ότι δηλαδή όπου είναι ο Υιός εκεί είναι και ο Πατήρ, και όπου ο Πατήρ εκεί και το Πνεύμα, και όπου το Άγιο Πνεύμα εκεί όλη η τρισυπόστατη Θεότητα, ο ένας Θεός και Πατήρ μαζί με τον Υιό και το Πνεύμα τους ομοουσίους, «αυτός που είναι ευλογητός στους αιώνες, αμήν» (Ρωμαίους 1:25).

Έτσι όταν πιστεύσουμε ολόψυχα και μετανοήσουμε θερμά θα συλλάβουμε όπως ειπώθηκε τον Λόγο του Θεού στις καρδιές μας, καθώς τον συνέλαβεν η Παρθένος, προσφέροντας του κι εμείς τις ψυχές μας παρθενικές και αγνές. Και όπως εκείνη δεν την κατέφλεξε το πυρ της θεότητας, επειδή ήταν αγνή και υπεράμωμη, έτσι ούτε και εμάς μας κατακαίει, όταν του προεφέρουμε τις καρδιές μας αγνές και καθαρές, αλλά γίνεται εντός μας δροσιά από τον ουρανό και πηγή ύδατος και ρείθρον αθάνατης ζωής. Ότι δεχόμαστε και εμείς παρόμοια το άστεκτον πυρ της θεότητας, άκουσε τον Κύριο που το λέει: «Πυρ ήλθα να βάλω στην γη» (κατά Λουκάν 12:49). Τι άλλο εννοεί, παρά το ομοούσιο προς την θεότητά του Πνεύμα, με το οποίο συνεισέρχεται και συνθεωρείται μέσα μας και ο ίδιος ο Υιός μαζί με τον Πατέρα;

Επειδή ο Λόγος του Θεού μια φορά σαρκώθηκε από την Παρθένο και γεννήθηκε από αυτήν σωματικά, ανέκφραστα και υπέρ λόγον και δεν είναι δυνατόν να σαρκωθεί πάλι ή να γεννηθεί σωματικά από τον καθένα από μας, τι προνοεί; Μας μεταδίδει για τροφή εκείνη την άχραντη σάρκα που προσέλαβε από την πανάχραντη Θεοτόκο, κατά την σωματική του γέννηση. Αν την μεταλαμβάνουμε άξια, έχουμε μέσα μας όλον τον σαρκωθέντα Θεό και Κύριό μας Ιησού Χριστό, αυτόν τον Υιό του Θεού και Υιό της Παρθένου τον καθήμενο στα δεξιά του Θεού, ο οποίος λέει: «εκείνος που τρώγει την σάρκα μου και πίνει το αίμα μου μένει μέσα μου και εγώ μέσα του» (κατά Ιωάννη 6:56), χωρίς όμως να προέρχεται ή να γεννιέται σωματικά από εμάς, αλλά ούτε και να μας αποχωρίζεται ποτέ. Διότι εμείς δεν τον αισθανόμαστε σαν σάρκα, αν και βρίσκεται μέσα μας όπως ακριβώς ένα βρέφος, αλλά υπάρχει ασωμάτως σε σώμα, αναμιγνυόμενος ανέκφραστα με την φύση μας και την ουσία μας και θεοποιώντας μας, επειδή γίναμε σύσσωμοι και μ’ αυτόν δηλαδή σάρκα από την σάρκα του και οστούν από τα οστά του. Αυτό είναι το μεγαλύτερο και φρικτότερο μυστήριο της ανέκφραστης οικονομίας και συγκαταβάσεως του, που δίσταζα να το γράψω και έτρεμα να το επιχειρήσω.

Ο Θεός όμως πάντοτε θέλει να αποκαλύπτεται και να φανερώνεται η αγάπη του σ’ εμάς, ώστε και εμείς κάποτε κατανοώντας την μεγάλη του αγαθότητα και αισθανόμενοι ντροπή να προθυμοποιηθούμε να τον αγαπήσουμε. Γι’ αυτό και εγώ παρακινήθηκα από το Άγιο Πνεύμα που φωτίζει τις καρδιές μας και σας φανέρωσα αυτά τα μυστήρια γραπτώς, όχι για να σας αποδείξω ότι ο άνθρωπος είναι όμοιος μ’ αυτήν που γέννησε τον Κύριο – μη γένοιτο – αυτό είναι αδύνατο. Διότι άλλη είναι η ένσαρκη και άφραστη γέννηση του Θεού Λόγου από την Παρθένο και άλλη που συντελείται σε μας πνευματικώς. Εκείνη γεννώντας ένσαρκο τον Υιό και Λόγο του Θεού απεργάστηκε στην γη το μυστήριο της αναπλάσεως του ανθρωπίνου γένους μας και την σωτηρία όλου του κόσμου, που είναι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός και Θεός, αυτός που ένωσε στον εαυτό του τα διεστώτα και εξάλειψε την αμαρτία του κόσμου. Ενώ αυτή (που συντελείται σε μας) γεννώντας εν Αγίω Πνεύματι τον Λόγο της γνώσεως του Θεού, απεργάζεται ακατάπαυστα στις καρδιές μας το μυστήριο της ανακαινίσεως των ανθρώπινων ψυχών και την κοινωνία και ένωση με τον Θεό Λόγο, αυτήν υπαινίσσεται και το θείο λόγιο: «Δι’ αυτού συλλάβαμε και εγεννήσαμε με πόνο το πνεύμα της σωτηρίας, το οποίο κυοφορήσαμε πάνω στην γή» (Ησαϊας 26:18).

Λοιπόν δεν σας φανέρωσα αυτά τα μυστήρια για να αποδείξω ότι ο άνθρωπος μπορεί να γεννήσει τον Χριστό κατά τον ίδιο τρόπο που τον γέννησε η Παναγία, αλλά για να φανερωθεί η υπεράπειρη και γνήσια αγάπη του σ’ εμάς και ότι αν το θέλουμε όλοι μπορούμε να γίνουμε μητέρα και αδελφοί του κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, καθώς και ο ίδιος το διακηρύττει: «Μητέρα μου και αδελφοί μου είναι αυτοί που ακούνε τον λόγο του Θεού και τον εκτελούν» (κατά Λουκάν 8:21). Έτσι θα γίνουμε ίσοι με τους μαθητές και αποστόλους του, όχι κατά την αξία, ούτε κατά τις περιοδίες και τους κόπους που υπέφεραν, αλλά κατά την χάρη του Θεού και την δωρεά την οποία εξέχεε σ’ όλους που τον πίστευαν και τον ακολουθούσαν, χωρίς να στραφούν ποτέ πίσω.

Είδες πως όλους εκείνους που ακούνε και πράττουν τον λόγο του τους ανύψωσε στην αξία της μητέρας του και τους αποκαλεί αδελφούς και συγγενείς του; Όμως μόνο εκείνη υπήρξε η κυρίως μητέρα του, επειδή όπως ανέφερα τον γέννησε ανερμηνεύτως και χωρίς άνδρα, ενώ όλοι οι άγιοι τον συλλαμβάνουν και τον κατέχουν κατά χάριν και δωρεάν. Και από μεν την άμωμη μητέρα του δανείστηκε την παναμώμητη σάρκα του και σε αντάλλαγμα της δώρισε την θεότητα – ω τι παράξενη και ασυνήθιστη συναλλαγή – ενώ από τους αγίους δεν παίρνει σάρκα, αλλά αντίθετα αυτός τους μεταδίδει την θεωμένη σάρκα του. Ας εξετάσουμε λοιπόν το βάθος αυτού του μυστηρίου.

Η χάρη του Πνεύματος στον Χριστό, δηλαδή το πυρ της θεότητος, προέρχεται από την θεία του φύση και ουσία. Όμως το σώμα του δεν έχει την ίδια προέλευση, αλλά προέρχεται από την πάναγνη και αγία σάρκα της Θεοτόκου, την οποία προσέλαβε κατά το ιερό λόγιο: «ο Λόγος έγινε σάρκα» (κατά Ιωάννην 1:14). Έκτοτε ο Υιός του Θεού και της αχράντου Παρθένου μεταδίδει στους αγίους, από μεν την φύση και την ουσία του συναίδιου Πατρός του την χάρη του Πνεύματος, δηλαδή την θεότητα, καθώς και μέσω του προφήτη λέγει: «Θα συμβεί τούτο κατά τις έσχατες ημέρες, θα εκχύσω από το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο» (Ιωήλ 3:1), εννοώντας κάθε πιστό, από δε την φύση και ουσία εκείνης που κυρίως και αληθώς τον γέννησε την σάρκα, την οποία έλαβε από αυτή.

Και όπως από την πληρότητά του λάβαμε όλοι εμείς, έτσι ακριβώς μεταλαμβάνουμε από την άμωμη σάρκα της Παναγίας μητέρας του, την οποία και εκείνος προσέλαβε και όπως έγινε υιός και Θεός της ο Χριστός και Θεός μας γενόμενος και αδελφός μας, έτσι ακριβώς και εμείς – ω τι ανέκφραστη φιλανθρωπία – γινόμαστε υιοί της Θεοτόκου μητέρας του και αδελφοί του Χριστού, επειδή χάρη στον υπεράμωμο και υπεράγνωστο γάμο που τελέστηκε μ’ αυτήν και σ’ αυτήν γεννήθηκε ο Υιός του Θεού και απ’ αυτόν πάλι όλοι οι άγιοι. Πράγματι, όπως από την συνουσία και την σπορά του Αδάμ πρώτη η Εύα γέννησε και από εκείνη και μέσω εκείνης γεννήθηκαν όλοι οι άνθρωποι, έτσι και η Θεοτόκος, αφού δέχτηκε αντί σποράς τον Λόγο του Θεού συνέλαβε και γέννησε μόνο τον προ αιώνων μονογενή του Πατρός και μετέπειτα σαρκωθέντα δικό της μονογενή. Και μολονότι η ίδια έπαψε να συλλαμβάνει και να γεννά, ο Υιός της γέννησε και γεννά καθημερινά όσους πιστεύουν σ’αυτόν και τηρούν τις άγιες εντολές του. Ασφαλώς έπρεπε η πνευματική μας αναγέννηση και ανάπλαση να γίνει δια του αντρός, δηλαδή του δευτέρου Αδάμ και Θεού, επειδή η γέννησή μας στην φθορά έγινε δια της γυναικός Εύας.

Και πρόσεχε την ακρίβεια του λόγου: ανδρός θνητού και φθαρτού η σπορά φθαρτούς υιούς και θνητούς δια γυναικός γέννησε και γεννά, αθανάτου και αφθάρτου Θεού ο αθάνατος και άφθαρτος Λόγος αθάνατα και άφθαρτα τέκνα γέννησε και διαρκώς γεννά, αφού πρώτα αυτός γενννήθηκε από την Παρθένο εν αγίω Πνεύματι βεβαίως.

Γι’ αυτό λοιπόν είναι δέσποινα και βασίλισσα και κυρία και μητέρα όλων των αγίων η μητέρα του Θεού, ενώ όλοι οι άγιοι είναι και δούλοι της αφού είναι μητέρα του Θεού και παιδιά της αφού μεταλαμβάνουν από την πανάχραντη σάρκα του Υιού της. Πιστός ο λόγος: η σάρκα του Υιού της είναι σάρκα της Θεοτόκου. Μεταλαμβάνοντας και εμείς απ’ αυτήν την θεωμένη σάρκα του Κυρίου, ομολογούμε και πιστεύουμε ότι μεταλαμβάνουμε ζωήν αιώνια, εκτός αν αναξίως και εις κατάκριμα μεταλαμβάνουμε.

Πράγματι όλοι οι άγιοι είναι συγγενείς προς την Παναγία μητέρα του Θεού κατά τρεις τρόπους: Πρώτον επειδή προέρχονται από τον ίδιο πηλό μ’ αυτήν και την ίδια πνοή, δηλαδή την ψυχή. Δεύτερον επειδή έχουν κοινωνία και μετουσία με αυτήν δια της προσλήψεως της σαρκός της από τον Χριστό. Και τρίτον επειδή, λόγω της εν Πνεύματι αγιωσύνης που ενυπάρχει σε αυτούς, καθένας συλλαμβάνει εντός του και κατέχει τον Θεό των όλων, όπως ακριβώς και εκείνη τον είχε εντός της. Διότι αν και τον γέννησε σωματικώς, όμως πάντοτε τον είχε όλον και πνευματικώς μέσα της και εξακολουθεί να τον έχει και τώρα και πάντοτε αχώριστον από αυτήν.

Σ’ αυτόν πρέπει η δόξα και το κράτος στους αιώνες

Αμήν.




Έκδοση Ι. Μονής Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κάλαμος Αττικής.

Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου: Βίβλος των Ηθικών Λόγος Α΄.
Απάντηση με παράθεση
Οι παρακάτω χρήστες έχουν πει 'Ευχαριστώ' στον/στην mystakid για αυτό το μήνυμα:
Alaman (05-01-09)
  #13  
Παλιά 19-12-10, 00:27
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
η παρατιθέμενη μαρτυρία, ας συνυπολογισθεί, ως βίωμα ''γέννησης Του Κυρίου''. Σάρκωσις Του Λόγου, στην καρδιά ενός ανθρώπου, που ζητούσε και βρήκε.

μέρος 1/2

μέρος 2/2

(η ανάρτηση έγινε εδώ, με αφορμή) την πρότασή του, προς το τέλος που λέει: ...ο άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει Θεός, (με κεφαλαίο βέβαια, καθώς ισχύει το θεοί κατά χάριν εστε) αλλά Ο Ύψιστος Θεός, μπορεί να γίνει άνθρωπος... δεύτε ίδωμεν πιστοί, που εγεννήθη Ο Χριστός... μακάρι στο εν ημίν σπήλαιο (νου και καρδιάς)
Απάντηση με παράθεση
  #14  
Παλιά 24-12-10, 23:56
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας


Χριστούγεννα στο Άγιο Όρος

όπου ο άνθρωπος, με τη Θεία Κοινωνία των Χριστουγέννων, κατά τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, γίνεται θεοτόκος, καθώς Ο Κύριος σαρκούται!

Καλά Χριστούγεννα, πνευματικά ώστε να βιώσουμε το ''Χριστός ετέχθη'' στο εν ημίν σπήλαιον (καρδιάς και νου)


ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΓΕΝΝΗΣΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.

Γιορτάζουν τά πάντα ὁλόγυρα. Γι᾽ αὐτό κι ἐγώ νά γιορτάσω θέλω. Θέλω νά εὐφρανθεῖ ἡ ψυχή μου, νά πανηγυρίσει ἀπό τά καταβάθια μου. Εὐφραίνομαι βέβαια ὄχι κρούοντας τήν κιθάρα ἤ παίζοντας τό ραβδί τῶν σατύρων, οὔτε χρησιμοποιώντας αὐλούς ἤ ἀνάβοντας δάδες. Εὐφραίνομαι βλέποντας ἀντί γιά τά μουσικά ὄργανα τά σπάργανα τοῦ Χριστοῦ. Αὐτά εἶναι ἡ ἐλπίδα μου, αὐτά εἶναι ἡ ζωή μου. Αὐτά φέρνω μαζί μου, καί μέ τήν ἐνίσχυση πού παίρνω, τραγουδῶ μαζί μέ τούς Ἀγγέλους, Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, καί μαζί μέ τούς ποιμένες, Καί ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία.

Σήμερα γεννιέται γιά χάρη μου ἀπό παρθένο Αὐτός πού γεννήθηκε μέ τρόπο ἀπερίγραπτο ἀπ᾽ τόν Πατέρα. Τότε, προαιώνια, γεννήθηκε ἀπό τόν Πατέρα μέ τρόπο πού ταιριάζει στή Θεία φύση, τρόπο πού μόνο ὁ Γεννήτορας γνωρίζει. Σήμερα πάλι ξαναγεννήθηκε μέ ἀταίριαστο στή Θεία φύση τρόπο. Μέ τρόπο πού ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τώρα καλά γνωρίζει. Ἀληθινή κι ἡ οὐράνια γέννησή Του, ἀληθινή κι ἡ ἐπίγεια. Ἀληθινός Θεός ἀπ᾽ τό Θεό γεννήθηκε, κι ἀληθινός ἄνθρωπος ὁ Ἴδιος ἀπ᾽ τήν Παρθένο γεννήθηκε πάλι. Στόν οὐρανό μόνος Υἱός τοῦ Μόνου Θεοῦ, Μονογενή. Στή γῆ μόνος Υἱός ἄγαμης παρθένου ὁ Ἴδιος, πάλι Μονογενής. Γιατί καθώς εἶναι ἀσέβεια νά ὑποθέσουμε τήν ὕπαρξη μητέρας στήν οὐράνια γέννησή Του, ἔτσι εἶναι βλαστήμια νά ὑποθέσουμε τήν ὕπαρξη πατέρα στήν ἐπίγειά Του γέννηση.

Ὁ Θεός-Πατέρας Τόν γέννησε χωρίς νά χάσει κάτι ἀπό τήν Θεότητά Του. Ἡ παρθένος Τόν γέννησε χωρίς νά χάσει τήν παρθενία της. Οὔτε πάλι ὁ Θεός ἔχασε τήν Θεϊκή Του ὑπόσταση ὅταν Τόν γέννησε, γιατί Τόν γέννησε ὅπως ἁρμόζει σέ Θεό. Ἀλλά κι οὔτε ἡ παρθένος φθάρηκε. Ὁ τοκετός Του ἦταν γεγονός πνευματικό. Λοιπόν, οὔτε ἡ οὐράνιά Του γέννηση μπορεῖ νά ἐξηγηθεῖ, οὔτε ἡ ἐπίγεια σάρκωσή Του ἐπιδέχεται ἑρμηνεῖες. Ἐκεῖνο πού ξέρω μέ σιγουριά σήμερα εἶναι ὅτι Τόν γέννησε ἡ Παρθένος. Πιστεύω ὅτι Τόν γέννησε ὁ Πατέρας, προαιώνια. Σχετικά μέ τόν τρόπο τῆς γέννησης ὅμως ἔμαθα νά σιωπῶ.

Δέν μοῦ ὑπόδειξαν οἱ παλιοί νά δοκιμάζω λογικές ἑρμηνεῖες. Γιατί ὅταν πρόκειται γιά τό Θεό δέν πρέπει κανείς νά ἀναλύει τά γεγονότα, ἀλλά νά πιστεύει στή δύναμη Αὐτοῦ πού τά πραγματοποιεῖ. Ἀναμφίβολα εἶναι φυσικός νόμος νά γεννᾶ ἡ γυναίκα μόνο ὅταν συνευρεθεῖ μέ ἄντρα. Ὅταν ὅμως μιά παρθένος πού δέν γνώρισε ἄντρα γεννήσει καί μετά τόν τοκετό παραμείνει πάλι παρθένος, αὐτό ξεπερνᾶ τούς φυσικούς νόμους. Ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τούς φυσικούς νόμους ἀξίζει νά ἐρευνιέται, ὅ,τι ὅμως τούς ξεπερνᾶ πρέπει νά περιβάλλεται μέ τιμητική σιωπή. Κι αὐτό βέβαια ὄχι ἐπειδή τοῦ πρέπει ἀποσιώπηση, ἀλλ᾽ ἐπειδή ἀξίζει νά μένει μυστήριο καί νά τιμᾶται χωρίς πολυλογίες.

Συγχωρέστε με, σᾶς παρακαλῶ, πού νιώθω ἀδύναμος νά συνεχίσω τό λόγο πέρα ἀπ᾽ τόν πρόλογο. Φοβοῦμαι νά προχωρήσω στήν ἔρευνα τῶν πιό σημαντικῶν. Δέν κατέχω τόν τρόπο. Δέν ξέρω πού νά στρέψω τό λόγο. Τί νά πῶ; γιά ποιό νά μιλήσω; Βλέπω τή μητέρα, ἀντικρύζω τό παιδί, ὅμως τόν τρόπο τῆς γέννησης δέν τόν καταλαβαίνω. Ὅπου ὁ Θεός ἔχει ἄλλη βουλή, ἐκεῖ νικιέται ὁ φυσικός νόμος, νικιέται κι ἡ τάξη τοῦ κόσμου. Δέν γεννήθηκε σύμφωνα μέ τούς νόμους τῆς φύσης. Θαυματούργησε πάνω ἀπό τά ὅρια τῆς φύσης. Ἡ φύση ἀδράνησε. Ἐνήργησε ἡ βούληση τοῦ Δεσπότη. Τί ἀπερίγραπτο δῶρο!

Ὁ Μονογενής πού ὑπάρχει προαιώνια, αὐτός πού δέν ἐμπίπτει στίς ἀνθρώπινες αἰσθήσεις, ὁ ἀσύνθετος, ὁ ἀσώματος, περιβλήθηκε τό σῶμα μου. Τό σῶμα πού ὑπόκειται στή φθορά, πού συλλαμβάνεται ἀπό τίς αἰσθήσεις. Γιατί; Γιά νά μπορέσει νά μᾶς διδάξει καθώς θά Τόν βλέπουμε ἀνάμεσά μας κι ἔτσι νά μᾶς ὁδηγήσει σέ ἐκεῖνα πού τά χοϊκά μάτια μας ἀδυνατοῦν νά δοῦνε. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν μεγαλύτερη ἐμπιστοσύνη στά μάτια τους παρά στ᾽ αὐτιά τους κι ἔτσι ἀμφιβάλλουν γιά ὅ,τι δέν βλέπουν.

Γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ὁ Θεός ἀνέχθηκε νά παρουσιαστεῖ μέ σῶμα μπρός στά μάτια μας γιά νά διαλύσει τίς ἀμφιβολίες πού εἴχαμε, ἀκούγοντας μόνο τά λόγια Του. Καί γεννιέται ἀπό παρθένο πού ἀγνοεῖ τήν ὑπόθεση καί πού δέν πῆρε ἐνεργό μέρος στό γεγονός, οὔτε συννενοήθηκε γιά τήν πραγματοποίησή του. Ἡ Παρθένος ἦταν ἁπλό ὄργανο τῆς ἀπόρρητης δύναμης τοῦ Θεοῦ. Ἕνα μόνο πράγμα γνώριζε, ἐκεῖνο πού ρώτησε κι ἔμαθε ἀπό τόν Γαβριήλ. Ὅταν δηλαδή ρώτησε, «πῶς ἔσται μοι τοῦτο ἐπεί ἄνδρα οὐ γιγνώσκω» ἐκεῖνος τῆς εἶπε: Αὐτό θέλεις νά μάθεις; «Πνεῦμα Ἅγιον ἐπελεύσεται ἐπί σέ καί δύναμις Ὑψίστου ἐπισκιάσει σοι».

Καί πῶς, ἐνῶ ἦταν «μετ᾽ αὐτῆς», σέ λίγο γεννήθηκε «ἐξ αὐτῆς»; Ὅπως ὁ τεχνίτης ὅταν βρεῖ εὔπλαστη ὕλη, κατασκευάζει πιό ὄμορφο τό ἀγγεῖο, ἔτσι καί ὁ Χριστός. Ἐπειδή βρῆκε ἅγιο καί τό σῶμα καί τήν ψυχή τῆς Παρθένου, φιλοτέχνησε ἔμψυχο Ναό δικό Του. Καί ἀφοῦ κεῖ μέσα, μέ τόν τρόπο πού θέλησε, ἔπλασε τόν καινούργιο ἄνθρωπο, καί ἀφοῦ τόν περιβλήθηκε, γεννήθηκε σάν σήμερα, χωρίς καθόλου νά ἀπεχθάνεται τήν κακόμοιρη ἀνθρώπινη πεσμένη φύση.

Καί φυσικά δέν θεώρησε προσβλητικό νά περιβληθεῖ τό δικό Του ἔργο. Ἀλλά καί τό δημιούργημά Του ἀπολάμβανε τήν πιό μεγάλη δόξα μέ τό νά γίνει ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του. Ὅπως στήν ἀρχική δημιουργία δέν ἦταν δυνατό νά ὑπάρξει ὁ ἄνθρωπος πρίν πάρει ὁ Θεός στά χέρια Του τόν πηλό, ἔτσι καί τό φθαρμένο ἀνθρώπινο σῶμα δέν ἦταν δυνατό νά ἀνακαινιστεῖ, ἄν δέν γινόταν ἔνδυμα τοῦ δημιουργοῦ Του.

Ἀλλά τί νά πῶ; Γιά ποιό πράγμα νά μιλήσω; Μένω ἔκπληκτος μπροστά στό θαῦμα. Ὁ «Παλαιός τῶν ἡμερῶν» ἔχει γίνει παιδάκι. Ὁ καθισμένος σέ θρόνο ψηλό κι ὑπερυψωμένο τοποθετεῖται σέ φάτνη. Ὁ ἀψηλάφητος κι ἀσύνθετος καί ἀσύμμικτος καί ἀσώματος ἀγκαλιάζεται ἀπό ἀνθρώπινα χέρια. Αὐτός πού ἔσπασε τά δεσμά τῆς ἁμαρτίας τυλίγεται μέ σπάργανα, ἐπειδή αὐτή εἶν᾽ ἡ θέλησή Του. Γιατί θέλει νά μετατρέψει τήν ἀτιμία σέ τιμή, νά ντύσει τήν ἀδοξία μέ δόξα.

Νά προβάλει ὡς ἐνάρετο ἦθος ἐκεῖνο πού ἀποτελοῦσε ὑπέρτατη προσβολή. Ἔτσι, λοιπόν, ἀναλαμβάνει τό δικό μου σῶμα γιά νά μπορέσω ἐγώ νά ὑποδεχτῶ τό Λόγο Του. Καί παίρνοντας τή σάρκα μου μοῦ χαρίζει τό Πνεῦμα Του, ὥστε μέ τή δοσοληψία αὐτή νά μοῦ προμηθεύσει τό θησαυρό τῆς ζωῆς. Παίρνει τή σάρκα μου γιά νά μέ ἁγιάσει. Μοῦ δίνει τό Πνεῦμα Του γιά νά μέ ἀπελευθερώσει.

Ἀλλά τί νά πῶ; Γιά ποιό πράγμα νά μιλήσω; «Ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει.» Καί ποιόν γέννησε; Ποιόν; Τόν κυρίαρχο τῆς φύσης. Ἡ φύση τό διακηρύττει. Τόν γέννησε ὅπως Ἐκεῖνος θέλησε νά γεννηθεῖ. Ὁ τρόπος τῆς γέννησης δέν ἦταν ὁ συνηθισμένος φυσικός τρόπος, ἀλλά Ἐκεῖνος, ὡς κυρίαρχος τῆς φύσης, ὅρισε ἕναν ἀλλιώτικο τρόπο. Νά δείξει ἤθελε πώς ἀκόμα κι ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δέν γεννιέται ὅπως οἱ ἄνθρωποι, ἀλλά καθώς ἁρμόζει στό Θεό. Λοιπόν, προῆλθε ἀπό τήν Παρθένο πού ὑπερνίκησε τούς φυσικούς νόμους, πού ξεπέρασε τήν ἀναγκαιότητα τοῦ γάμου.

Ὁ ὑπέρτατος ἀρχηγός τῆς ἁγιοσύνης ἔπρεπε νά ᾽ρθει στόν κόσμο μονάχα μέσα ἀπό καθαρό κι ἅγιο τοκετό. Γιατί Αὐτός εἶναι πού τότε ἀπό ἄσπιλο χῶμα ἔπλασε τόν Ἀδάμ κι ἀπό τόν Ἀδάμ χωρίς συμμετοχή γυναίκας, δημιούργησε γυναίκα. Ὅπως, λοιπόν, ὁ Ἀδάμ χωρίς τήν συμμετοχή γυναίκας παρήγαγε γυναίκα, ἔτσι καί σάν σήμερα ἡ Παρθένος, χωρίς τήν συμμετοχή ἄντρα γέννησε ἄντρα. «Γιατί εἶναι ἄνθρωπος», λέει, «καί ποιός θά τόν ἀναγνωρίσει»; Ἐπειδή, λοιπόν, τό γυναικεῖο γένος εἶχε ὑποχρέωση πρός τήν ἀνθρωπότητα, μιά καί ἀπό τόν Ἀδάμ δημιουργήθηκε ἡ γυναίκα χωρίς συνδρομή γυναίκας, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς σάν σήμερα γέννησε ἡ Παρθένος χωρίς τή συνδρομή ἄντρα, γιά νά ξοφληθεῖ τό χρέος τῆς Εὔας πρός τούς ἄντρες.

Προκειμένου, δηλαδή, νά μήν ὑπερηφανευθεῖ ὅτι μόνος του δημιούργησε τή γυναίκα ὁ Ἀδάμ, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς ἡ Παρθένος γέννησε ἄντρα χωρίς νά νυμφευθεῖ, γιά νά φανεῖ, μέ τήν ἀναλογία αὐτή τοῦ θαύματος ἡ φυσική ἰσοτιμία τῶν δύο φύλων. Ὅπως, μάλιστα, ὅταν πῆρε ὁ Θεός τήν πλευρά τοῦ Ἀδάμ γιά νά πλάσει τήν Εὔα, δέν τόν ἄφησε λειψό, ἔτσι καί ὅταν ἔπλασε τόν ἔμψυχο ναό Του ἀπ᾽ τήν Παρθένο, δέν κατάργησε τήν παρθενία Της. Ἀκέραιος ἔμεινε ὁ Ἀδάμ καί μετά τήν ἀφαίρεση τῆς πλευρᾶς του. Ἄφθαρτη ἔμεινε κι ἡ Παρθένος μετά τόν τοκετό.

Ὁ Θεός δέν δημιούργησε ναό Του ἀπό κάποια ἄλλη ὕλη, οὔτε ἔπλασε ἕνα ἀλλοιώτικο σῶμα γιά νά περιβληθεῖ, μήπως θεωρηθεῖ ὅτι προσβάλλει τό ὑλικό ἀπό τό ὁποῖο ἦταν πλασμένος ὁ Ἀδάμ. Κι ἐπειδή ὁ ἄνθρωπος ἐξαπατημένος ἀπό τό διάβολο ἔγινε ὄργανό του, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς κι ὁ Θεός περιμάζεψε αὐτό τόν ξεπεσμένο ἔμψυχο ναό. Ἔτσι ὥστε νά βοηθηθεῖ ὁ ἄνθρωπος κοινωνόντας μέ τό δημιουργό Του καί νά μπορέσει νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τή συντροφιά τοῦ διαβόλου. Ὅμως καί ὅταν γίνεται ἄνθρωπος δέν γεννιέται ὡς κοινός ἄνθρωπος, ἀλλά γεννιέται ὡς Θεός.

Γιατί ἄν προερχόταν ἀπό ἕνα συνηθισμένο γάμο, ὅπως λόγου χάρη ἐγώ, οἱ περισσότεροι δέν θά πίστευαν πώς εἶναι Θεός. Τώρα ὅμως, γι᾽ αὐτό ἀκριβῶς γεννιέται ἀπό Παρθένο. Γι᾽ αὐτό κατά τήν γέννησή Του διατηρεῖ τή μήτρα της ἀναλλοίωτη καί διαφυλάττει τήν παρθενία της ἄφθαρτη. Νά μέ ἀναγκάσει ἔτσι θέλει ὁ ἀσυνήθιστος τρόπος τῆς γέννησης, νά παραδεχτῶ πέρα γιά πέρα τήν τέλεια θεότητά Του.

Λοιπόν κι ἄν κάποιος εἰδωλολάτρης, κι ἄν κάποιος Ἑβραῖος μέ ρωτᾶ πῶς γίνεται ὁ Χριστός ἄν καί Θεός ὡς πρός τήν φύση Του, νά ἔχει πάρει σάρκα ἀνθρώπου, θά τοῦ ἀπαντήσω μ᾽ αὐτόν τόν τρόπο. Θά τοῦ παρουσιάσω ὡς ἀπόδειξη τοῦ ἰσχυρισμοῦ μου τήν ἄσπιλη σφραγίδα τῆς παρθενίας. Δέν μπορεῖ παρά νά ᾽ναι Θεός Αὐτός πού νικᾶ τή φυσική τάξη. Δέν μπορεῖ παρά νά ᾽ναι ὁ πλάστης τῆς μήτρας κι ὁ δημιουργός τῆς παρθενίας Αὐτός πού γεννήθηκε μέ τρόπο ἀμόλυντο καί οἰκοδόμησε γιά τόν ἑαυτό Του ναό, ἄγνωστο πῶς, ἀλλά πάντως μέ τόν τρόπο πού Ἐκεῖνος θέλησε...

Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη mystakid : 28-12-10 στις 23:18
Απάντηση με παράθεση
  #15  
Παλιά 27-04-11, 12:12
Το avatar του χρήστη mystakid
mystakid Ο χρήστης mystakid δεν είναι συνδεδεμένος
Οργανωτής Club
 

Τελευταία φορά Online: 15-02-24 21:42
Φύλο: Άντρας
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου ''Αληθώς Ανέστη''
Απάντηση με παράθεση
Απάντηση στο θέμα


Συνδεδεμένοι χρήστες που διαβάζουν αυτό το θέμα: 1 (0 μέλη και 1 επισκέπτες)
 
Εργαλεία Θεμάτων
Τρόποι εμφάνισης

Δικαιώματα - Επιλογές
You may not post new threads
You may not post replies
You may not post attachments
You may not edit your posts

BB code is σε λειτουργία
Τα Smilies είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας [IMG] είναι σε λειτουργία
Ο κώδικας HTML είναι σε λειτουργία

Που θέλετε να σας πάμε;


Όλες οι ώρες είναι GMT +3. Η ώρα τώρα είναι 15:01.



Forum engine powered by : vBulletin Version 3.8.2
Copyright ©2000 - 2024, Jelsoft Enterprises Ltd.