Πριν λίγο καιρό έπεσε στα χέρια μου ένα βιβλίο που μου άρεσε πολύ. Ήθελα πολύ καιρό να σας γράψω κάτι γι' αυτό, αλλά μ' εβγαλε από τον κόπο η χθεσινή Καθημερινή
Ο πολιτισμός μας μέσα από τους κυριότερους σταθμούς στην εξέλιξη των γραφικών συστημάτων
Αντριου Ρόμπινσον
Ιστορία της γραφής
Αλφάβητα, Ιερογλυφικά, Εικονογράμματα
μετ.: Ζωή Κ. Μπέλλα
εκδ. Polaris, 2007, σελ. 232
Εχουν περάσει τριάντα πέντε χρόνια από τότε που ο Ρολάν Μπαρτ έχτιζε το εγκώμιο ενός αντιήρωα: του αναγνώστη ενός κειμένου. «Η σύγχυση των γλωσσών» έγραφε «δεν είναι πια τιμωρία, το υποκείμενο φτάνει στην ηδονή με τη συνοίκηση των γλωσσών, που λειτουργούν πλάι πλάι: το απολαυστικό κείμενο είναι η Βαβέλ ευτυχισμένη». Πίσω βέβαια από αυτήν την ιδέα βρίσκεται ο γραφέας και η γλώσσα. Η ιστορία της γραφής. Η ιστορία, όμως, θέτει και τα ερωτήματά της. Βρίσκονται σε σωστό δρόμο οι απαιτήσεις μας για τις δυνατότητες του αλφαβήτου; Θα ήταν αποτελεσματικότερες η γραφή και η ανάγνωση αν οι αλφαβητικές γραφές περιείχαν περισσότερα λογογράμματα, ολόκληρες λέξεις, όπως η κινεζική, η ιαπωνική γραφή και τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά; Γιατί να έχουμε μια ηχητική γραφή; Και τι σχέση έχει ο ήχος με την πραγματική διαδικασία της γραφής και της ανάγνωσης;
Παγκόσμια επικοινωνία
Μια προσεκτική παρατήρηση γύρω μας πείθει για την επιστροφή των «ιερογλυφικών»: σε αυτοκινητόδρομους, σε αεροδρόμια, χάρτες, μετεωρολογικά δελτία, ετικέτες ενδυμάτων, σε Η/Υ και σε ηλεκτρονικά προϊόντα συμπεριλαμβανομένου και του πληκτρολογίου. Αντί για τη φράση «κινήστε τον δρομέα δεξιά» υπάρχει ένα απλό βέλος που δείχνει την κατεύθυνση. Ιερογλυφικά μας λένε πού βρίσκεται ο πλησιέστερος τηλεφωνικός θάλαμος, ποιος δρόμος είναι για δίκυκλα ή φορτηγά, αν θα βρέξει αύριο, πώς πρέπει να πλύνουμε ένα ρούχο κ.λπ. Μερικοί, αρχής γενομένης από τον φιλόσοφο και μαθηματικό Λάιμπνιτς τον 17ο αιώνα, φαντάζονται ότι μπορούμε να εφεύρουμε μια ολόκληρη γραπτή γλώσσα για παγκόσμια επικοινωνία, ανεξάρτητη από κάθε ομιλουμένη, εξαρτώμενη μόνο από βασικές έννοιες μιας υψηλού επιπέδου φιλοσοφικής, πολιτικής κι επιστημονικής επικοινωνίας. Εάν η μουσική και τα μαθηματικά μπορούν να το πετύχουν, σκέφτονται, γιατί να μην ισχύει και γενικότερα;
Το βιβλίο δείχνει γιατί ένα τέτοιο όνειρο, με τον τρόπο που διατυπώνεται, αποτελεί μια λογογραφική ουτοπία. Μια εικόνα όχι μόνο δεν αξίζει χίλιες λέξεις, αλλά συχνά απαιτούνται χίλιες λέξεις για να την εξηγήσεις. Γραφή και ανάγνωση είναι αναπόσπαστα δεμένες με τον λόγο, είτε κινούμε τα χείλη μας είτε όχι. Οι κινεζικοί χαρακτήρες δεν μιλούν απευθείας στο μυαλό χωρίς τη μεσολάβηση του ήχου. Δεν το κατορθώνουν ούτε τα αιγυπτιακά ιερογλυφικά, παρόλη την ομορφιά των συμβόλων τους.
Το «γράμμα» του Αριστοτέλη
Ο Αριστοτέλης ονόμασε τη στοιχειώδη ενότητα λόγου –εννοώντας λόγο προφορικό και γραπτό «γράμμα». Ο Φερντινάν ντε Σοσίρ –πατέρας της σύγχρονης γλωσσολογίας– πρότεινε τη σύγκριση της γλώσσας με ένα φύλλο χαρτιού: «η σκέψη είναι η μονή σελίδα του φύλλου και ο ήχος η ζυγή του σελίδα –δεν μπορούμε να σκίσουμε τη μονή σελίδα χωρίς να σκίσουμε ταυτόχρονα και τη ζυγή– το ίδιο και στη γλώσσα, δεν μπορούμε ν’ απομονώσουμε τον ήχο από τη σκέψη ούτε τη σκέψη από τον ήχο». Μόλις πρόσφατα αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε τις νοητικές διαδικασίες της ομιλίας –καταλαβαίνουμε ακόμα λιγότερα για τις διαδικασίες της ανάγνωσης και της γραφής, αλλά μπορούμε να είμαστε σίγουροι για τούτο: η γραφή δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ομιλία– οι λέξεις και οι χαρακτήρες που σχηματίζουν τις λέξεις, εμπλέκουν και τα δύο, και ήχους και σημεία.
Ο συγγραφέας Αντριου Ρόμπινσον εξηγεί τις διασυνδέσεις ανάμεσα στον ήχο, το σύμβολο και τη γραφή, σ’ ένα συναρπαστικό κείμενο με πλούσια εικονογράφηση. Το βιβλίο –μια επίτομη εγκυκλοπαίδεια της γραφής– διαβάζεται ευχάριστα (με τις φροντίδες της μεταφράστριας Ζωής Μπέλλα και του επιμελητή Δημ. Αρμάου), παραμένοντας παράλληλα ένα αξιόπιστο βιβλίο αναφοράς. Παρουσιάζει τα κυριότερα συστήματα γραφής του κόσμου, από τη σφηνοειδή και τα ιερογλυφικά των Αιγυπτίων και των Μάγια έως τα αλφάβητα και τα γραφικά συστήματα της Κίνας και της Ιαπωνίας και από τις Γραμμικές Γραφές Α και Β έως τις γραφές των Τσερόκι ή τη ρουνική. Διαπραγματεύεται την ιστορία της αποκρυπτογράφησης αρκετών μνημείων, όπως είναι η Στήλη της Ροζέτας –κλειδί για την αποκρυπτογράφηση των αιγυπτιακών ιερογλυφικών– ο κώδικας νόμων του Χαμουραμπί στον περίφημο μαύρο βασάλτη, ο κώδικας της Δρέσδης, κλειδί για την αποκρυπτογράφηση της γραφής των Μάγια, οι πινακίδες της Κνωσού, τα χειρόγραφα της Νεκρής Θάλασσας κ.ά., μαζί με την περιπέτεια των πιονιέρων της αποκρυπτογράφησης. Το κεφάλαιο σε γραφές που αντιστέκονται, όπως η Πρωτοελαμιτική (Ιράν - Ιράκ), η Ινδική (Πακιστάν - ΒΔ Ινδία), η «Ψευδοϊερογλυφική» (Λίβανος) η Γραμμική Α (Κρήτη), η Ετρουσκική (Β. Ιταλία) κ.ά., εγείρει το προκλητικό ερώτημα: θα σπάσουν κάποτε αυτοί οι κώδικες και τι θα μας πουν; Παρουσιάζει, επίσης, όλες τις πρόσφατες ανακαλύψεις και τα ερωτήματα που αναπροσανατολίζουν τη γνώση μας για την ιστορία της γραφής. Κάνει λόγο για την τεχνολογική επανάσταση και για το πώς, παρά τις δυσοίωνες προβλέψεις, δεν έμελλε να σημάνει την εξαφάνιση του τυπωμένου βιβλίου. Καταλήγει, τέλος, στο εξής εκπληκτικό συμπέρασμα: ο τρόπος που γράφουμε σήμερα δεν είναι κατ’ ουσίαν διαφορετικός από εκείνον των αρχαίων Αιγυπτίων. Αυτή είναι η απλή –και απροσδόκητη– ιδέα του βιβλίου.
Σχόλιο : Αξίζει να το διαβάσετε.