Δείτε εδώ τα πιο πρόσφατα μηνύματα από όλες τις περιοχές συζητήσεων, καθώς και όλες τις υπηρεσίες της AcroBase. H εγγραφή σας είναι γρήγορη και εύκολη. |
|
|
|
Εργαλεία Θεμάτων | Τρόποι εμφάνισης |
#1
|
#2
|
|
||||
ʼΧμ! Οι λαθροκυνηγοί πιάσαν ξανά δουλειά Χριστουγεννιάτικαʼ σκέφτηκε.
__________________
Αν περιμένεις από το σύμπαν...περίμενε Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη amigos : 20-12-06 στις 11:08 |
#3
|
|
||||
Η κυρά Μαρία έκανε νεύμα στον άντρα της να προσέχει αγκαλιάζοντας σφιχτά τα παιδιά. Ο φόβος πάντα την κυρίευε σε τέτοιες καταστάσεις γιατί ποτέ δεν ήξερε πόσο κακόβουλοι μπορεί να είναι οι άνθρωποι εκεί έξω με τα όπλα στο χέρι.
Ο κυρ Θοδωρής έσφιξε το χοντρό παλτό του, έβαλε το όπλο του στον ώμο και άνοιξε την πόρτα να βγεί έξω.
__________________
Για λόγους οικονομίας έσβησε το φως στο τούνελ... |
#4
|
|
||||
Ειχε χιονισει για τα καλα.. οι μποτες του βουλιαζαν στο μαλακο λευκο στρωμα. Το τοπιο ηταν μαγευτικο με τα παγωμενα χνουδια να το στολιζουν λιγο λιγο... και μονη παραφωνια ηταν το γεματο αγωνια προσωπο του κυρ Θοδωρη να βαριανασαινει κραδαινοντας το οπλο.
Οχι πολυ μακρυα απο κει βλεπει μια κινηση. Αχα!! σιγουρευεται οτι το οπλο ειναι οπλισμενο και προχωραει.. πλησιαζει και τι να δει; Μια φιγουρα να κειτεται στο χιονι... μαζευοντας οσο κουραγιο ειχε απομεινει, ετρεξε προς το μερος της... Ηταν ενας τροφαντος γερακος ντυμενος βαρια... Οι νιφαδες ειχαν ενωθει με το λευκο του γενι και ασπριζαν το κοκκινο παλτο του.. ο σκουφος του ειχε φυγει, ενω ενας σακος με παιδικα παιχνιδια ειχε ανοιξει πλαι του... "ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟΝ!!!" φωναξε... τα ελατα αντηχησαν τη φωνη του, αλλα δεν τον ακουσε κανενας.
__________________
Υπάρχουν σε όλα δύο απόψεις... Αυτή που λέω εγώ, και η σωστή! Τελευταία επεξεργασία από το χρήστη Gildor : 20-12-06 στις 13:03 |
#5
|
|
||||
Την στιγμή αυτή, την απόλυτη σιωπή που επικράτησε στο
σημείο διέκοψε ένα περίεργο και σχεδόν αλλόκοτο γεγονός. Μέσα από τον ένα σάκο του γεροντάκου, ένα κουρδιστό μουσικό κουτί που υπήρχε εκεί, άρχισε να παίζει δίχως καμιά λογική και προηγούμενη προειδοποίηση έναν από τους ομορφότερους και σχεδόν ασύλληπτο σκοπό που έχει ποτέ ακούσει άνθρωπος στον πλανήτη αυτό από τη γέννηση του. Η μελωδία γρήγορα ταξίδεψε στο σπίτι και χάιδεψε τα αυτιά των μικρών παιδιών. <<Μαμά τι μουσική είναι αυτή;>> ρώτησε ο λιλιπούτειος Πέτρος τη μητέρα του και δίχως να περιμένει την απάντηση της πετάχτηκε από την αγκαλιά της και με γρήγορα βήματα, σχεδόν μαγεμένος, άνοιξε την πόρτα του σπιτιού του και έτρεξε προς το σημείο από το οποίο ερχόταν η μυστηριώδης και υπνωτιστική μελωδία. Τότε το δεξί χέρι του γεροντάκου κινήθηκε ελαφρά και με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει ψέλλισε στον πατέρα που κατατρομαγμένος έκανε ένα βήμα πίσω. <<Κρύψε με μέσα στο δάσος. Το παιδί δεν πρέπει να με βρει τώρα εδώ. Είμαι γι'αυτό ένα όνειρο>>... |
#6
|
|
||||
Πίσω από τον Πέτρο, ξεχύθηκε τρέχοντας και η Κατερίνα. Φυσικά ό μεγαλύτερος, δεν επρόκειτο να καθίσει πίσω. Έτρεξε λοιπον κι ο Γιώργος από κοντά στ΄αδέρφια του, ελαφροντυμένος όπως ήταν και ξεσκούφωτος, μέσα στο χιόνι.
Τα δυο παιδιά κατευθύνονταν προς το μέρος απ' όπου νόμιζαν οτι ακούστηκε ο πυροβολισμός. Κανονικά θα έπρεπε να προλάβουν τον Πέτρο αλλά μάλλον το χιόνι που έπεφτε είχε σκεπάσει τα ίχνη του και από ένα σημείο και έπειτα, κατάλαβαν πως είχαν ξεμακρύνει αρκετά. Προσπαθούσαν να προσανατολιστούν δίχως να καλέσουν βοήθεια. Αρχισαν τώρα να συνειδητοποιούν οτι οι πυροβολισμοί που ακούστηκαν, σίγουρα δεν θα ήταν για καλό. Άρα όχι μόνο δεν έπρεπε να δώσουν στόχο αλλά έπρεπε να βρουν τον αδερφό και τον πατέρα τους, το συντομότερο δυνατόν. Έψαχναν μήπως και διακρίνουν κάποιο χνάρι πάνω στο χιόνι που παρά τη σκοτεινιά, αντιφέγγιζε αρκετά. Το μόνο όμως που ξεχώρισε πάνω στην ασπρίλα κάποια στιγμή, ήσαν μερικές σταγόνες κόκκινες. Μικρές στην αρχή, άρχισαν να γίνονται κηλίδες σιγά-σιγά, μέχρι που το αίμα πάνω στο χιόνι γίνηκε μια παχειά γραμμή δίχως διακοπές. Τα δυο αδέρφια, κοιτάχτηκαν στα μάτια και συμφώνησαν σιωπηλά να την ακολουθήσουν. Χέρι-χέρι αυτή τη φορά. Δεν χρειάστηκε να συνεχίσουν πολύ. Στη στροφή του μονοπατιού, εκεί, δίπλα στο μικρό βράχο, ένας σκούρος όγκος αργοσάλευε. Και γύρω του, το κόκκινο δεν ήταν πιά γραμμή αλλά μια μικρή λίμνη. Τα παιδιά κοντοστάθηκαν μέχρι να καταλάβουν τί ακριβώς ήταν αυτό το πράγμα. Η σκιά θύμιζε πολύ τα ελάφια που ζούσαν στην περιοχή αλλά έδειχνε πιό μεγαλόσωμη. Ούτε ζαρκάδι έμοιαζε να είναι. Ο πάτέρας τα είχε διδάξει αρκετά πράγματα και ήξεραν να ξεχωρίζουν. "Να δεις που είναι τάρανδος" αποφάνθηκε με σπουδαίο ύφος η Κατερίνα. "Μμμμ! Μην ακούω εξυπνάδες!" την αποπήρε ο...μεγάλος Γιώργος. "Εγώ σου λέω πως είναι, τι στοίχημα βάζεις;" "Από πού κι ως πού τάρανδος στα μέρη μας; Και μάλλιστα πληγωμένος;" "Τους ξέχασες τους πυροβολισμούς΄;" τον έκοψε η αδερφή του.
__________________
Λέω να βγω για Τζόκερ! |
#7
|
|
||||
Τι κάνετε εσείς εδώ;
Σαν βροντή ακούστηκε η φωνή του Πατέρα τους, Γιώργο από σένα περίμενα μεγαλύτερη σοβαρότητα, πάρε αμέσως τα αδέλφια σου και γυρίστε στο σπίτι ΤΩΡΑ! Δεν κινδυνεύετε να χαθείτε φαίνετε το φως. Τα παιδιά με κατεβασμένα τα κεφάλια και με τον Γιώργο να τα κρατάει από το χέρι γύρισαν στο σπίτι τους κοντά στην Μητέρα τους που πήγε να τρελαθεί από την τρομάρα της. Μαμά ο Μπαμπάς είναι καλά, απλά είδαμε ένα τεράστιο ζώο σαν ελάφι κτυπημένο. Μα δεν υπάρχουν στα μέρη μας ελάφια. Εγώ πιστεύω ότι ήταν Τάρανδος πετάχτηκε η Κατερίνα. Καλά καλά πηγαίνετε τώρα να κοιμηθείτε και θα τα πούμε μαζί σας αύριο ένα χεράκι. Λίγο αργότερα ανοίγει η πόρτα και μπαίνει ο κυρ Θοδωρής Τον πλησιάζει η γυναίκα του και τον ρωτάει μα τι έγινε; Μην ρωτάς τίποτα, τα παιδιά κοιμήθηκαν; Δώσε μου μερικά κουρέλια λίγο ζεστό νερό και το κονιάκ από το ντουλάπι. Βάλε την κάπα σου και έλα μαζί μας να δεις και να καταλάβεις. Την οδήγησε στην μικρή πρόχειρη αποθήκη που του χρησίμευε για αποθήκη αλλά και ένα μέρος της για τα λίγα προβατάκια κατσικούλες και κοτούλες που είχαν. Σε μια γωνιά ένας γέροντας σεβάσμιος ήταν σκυμμένος πάνω σε ένα μεγαλόσωμο ζώο. Η κυρά Μαρία έμεινε άφωνη, μα πως;
__________________
όταν γράφεται η ιστορία της ζωής σου, μην αφήνεις κανέναν να κρατάει την πένα |
#8
|
|
||||
"Οι λαθροκυνηγοί έκαναν κι απόψε τη δουλειά τους" εξήγησε ο άντρας της.
"Κατάφεραν όμως να πληγώσουν μονάχα το καημένο το ζώο...". Η εξήγησή του δεν φαίνεται να ικανοποίησε και πολύ τη γυναίκα του, που είχε στηλώσει τα μάτια της στο σκυμένο γεράκο και περίμενε συστάσεις. Ο Θοδωρής ξερόβηξε: "Απο δω ο...ο..." "Δικός σας είναι ο τάρανδος;" ρώτησε η άλλη ανυπόμονα. "Πώς θα μπορούσε να είναι ΔΙΚΟ ΜΟΥ ένα ζωντανό πλάσμα; Δεν μου ανήκει, φυσικά. Το φροντίζω και με οδηγεί, κυρία μου. Όμως αν βοηθήσετε να του δέσουμε την πληγή θα το εκτιμούσα." Έβαλαν όλοι ένα χεράκι. Οι απορίες τριγυρνούσαν ελεύθερες αλλά βουβες προς το παρόν. Προείχε η φροντίδα του ζώου. Στην αρχή η γυναίκα ψιλοπειράχτηκε με την απάντηση όμως -τί περίεργο- όσο έστεκε δίπλα σ' αυτόν τον κοκκινοντυμένο άγνωστο, τόσο χαλάρωνε και τον συμπαθούσε. Τόσο αισθανόταν σαν να τον γνώριζε χρόνια. Σαν από κάπου να τον ήξερε...
__________________
Λέω να βγω για Τζόκερ! |
#9
|
|
||||
Κάποια στιγμή η κυρά Μαρία αναφώνησε ο Αγιος Βασίλης. Εκείνος γύρισε το κεφάλι του και της χαμογέλασε.
Το ζωντανό που ήταν πεσμένο και πληγωμένο κάποια στιγμή σήκωσε το κεφάλι του και κοίταξε τον γέροντα πονεμένα.
__________________
Ή στραβός είναι ο γυαλός ή στραβά αρμενίζουμε |
#10
|
|
||||
Ο γηραλέος με την άσπρη γενειάδα, τους πλησιάζει και τους λέει: Ζητώ συγνώμη που σας αναστάτωσα, θα πρέπει πριν ξημερώσει να φύγουμε και θέλω την βοήθεια σας. Ο κυρ Θοδωρής απάντησε : Θα βοηθήσουμε όσο μπορούμε αλλά πείτε μας τι συμβαίνει; Είστε ο αληθινός Αι Βασίλης; ή όπως τον λένε σε άλλη μέρη του κόσμου; Χο χο χο γέλασε ο γηραλέος.
__________________
όταν γράφεται η ιστορία της ζωής σου, μην αφήνεις κανέναν να κρατάει την πένα |
#11
|
|
||||
Χο Χο Χο
Ασφαλώς και είμαι ο αυθεντικός Αη Βασίλης, απάντησε πειραγμένος ο Ηλικιωμένος ξένος. Ο αυθεντικός άγιος της περιοχής σας. 'Οποιον άλλον και να συναντήσετε, δεν θα είναι αυτός που προσέλαβαν τα μεγάλα πολυκαταστήματα "Παιχνιδόπουλος και Σια", για την περιοχή σας. Για να καταλάβετε, εφέτος προσέλαβαν 193 εποχιακούς υπαλλήλους, τους έντυσαν Αη Βασίληδες, τους έδωσαν και τον απαραίτητο εξοπλισμό (έλκυθρο, ταράνδους κλπ) και τους όρισαν από μια περιφέρεια στον καθέναν. Να την τριγυρίσουν από σπίτι σε σπίτι, και να μοιράσουν συμβολικά δώρα. Έτσι είπαν, θα γίνει καλύτερη διαφήμιση και την επόμενη χρονιά όλοι οι πιτσιρικάδες θα περιμένουν πώς και πώς τον ερχομό του Άγιου. Οι γονείς φυσικά, θα σπεύσουν να αγοράσουν, στη θέση του ... Σαστισμένους σας βλέπω! Σας κούρασα, ε;
- Ο...όχι, καθόλου. Αλλά... το αποψινό συμβάν... - Το αποψινό ήταν ένα ατυχέστατο συμβάν, αγαπητοί μου. Κάποιοι λαθροκυνηγοί, έβελαν στο μάτι τους ταράνδους δίχως να αναρωτηθούν και πολύ. Έτσι, την πλήρωσε ετούτος εδω. Ευτυχώς δεν είναι σοβαρό και θα μπορέσουμε να φύγουμε πριν ξυπνήσουν το πρωί τα πιτσιρίκια και μας πάρουν είδηση. - Κι όμως, πήγε κάτι να ψελλίσει η καημένη η κυρα Μαρία, κι όμως, εμένα κάτι δεν μου κολλάει σ' αυτή την ιστορία.
__________________
Λέω να βγω για Τζόκερ! |
#12
|
|
||||
Συγνώμη αλλά η εξήγηση σας δεν με καλύπτει λέει ο κυρ Θοδωρής, δεν ξέρω κανέναν ψεύτικο Αι Βασίλη με αληθινούς ταράνδους... Λυπάμαι αλλά δεν μας πείσατε.
Ο γέροντας κάθεται πάνω σε ένα σκαμνί και τους ζητάει να κάνουν το ίδιο. Η ιστορία μου είναι πολύ μεγάλη, δεν έχει σημασία αν σας την πω, αύριο θα θυμάστε αυτή που σας είπα πριν. Αυτός είναι πράγματι ο Ρούντολφ ο οδηγός μου, σε λίγο θα είναι τελείως καλά και θα φύγουμε, σήμερα η βοήθεια σας ήταν πολύτιμη. Ξεκίνησα από μέρες τώρα να ετοιμ.... Ένας βαθύς ύπνος έπιασε τον κυρ Θοδωρή και την Κυρά Μαρία, ο Γηραλέος τους ξάπλωσε πάνω στην πάχνη και σιγά βγήκαν έξω μαζί με το ζώο. Την άλλη μέρα το πρωί τα παιδιά σηκώθηκαν και έψαχναν τους γονείς τους, πουθενά δεν ήταν, άρχισαν να ανησυχούν, ρώταγε το ένα το άλλο αν θυμόταν τι έγινε χθες, κανείς δεν ήξερε....
__________________
όταν γράφεται η ιστορία της ζωής σου, μην αφήνεις κανέναν να κρατάει την πένα |
#13
|
|
||||
Koίταξαν δεξιά στον κήπο, έψαξαν αριστερά στο πηγάδι
μήπως υπάρχει κάποιο ίχνος αλλά μάταια. Τα επόμενα δευτερόλεπτα που ακολούθησαν φάνταζαν σαν ατελείωτες ώρες στα παιδικά αθώα βλέμματα. Η αγωνία και ο τρόμος τα είχε κυριεύσει. Ο Γιώργος φώναξε δυνατά τα ονόματα των γονιών του, με όλη τη δύναμη των πνευμόνων του, δίχως να πάρει απάντηση και τότε κρατώντας με πατρική στοργή τα δύο μικρότερα αδερφάκια του από το χέρι τα απομάκρυνε σιγά σιγά οδηγώντας τα προς το εσωτερικό του σπιτιού. Δεν πρόλαβε όμως. Η μουσική που είχαν ακούσει το προηγούμενο βράδυ αυτή τη φορά δεν ερχόταν από το δάσος αλλά από το ίδιο τους το σπίτι! Στο άκουσμα της μελωδίας...πάγωσαν και το μόνο πράγμα που τόλμησαν να κάνουν ήταν να ρίξουν μια κλεφτή ματιά προς το χριστουγεννιάτικο δέντρο απ'όπου ερχόταν και η γλυκιά μελωδία. Στη βάση του, ανάμεσα σε στολίδια και πολύχρωμα κουτιά δώρων τα οποία δεν υπήρχαν το προηγούμενο βράδυ μία μικρή φλογίτσα σιγόκαιε και χόρευε πέρα δώθε στους ήχους της γλυκιάς μελωδίας. Δίχως να καταλαβαίνουν τίποτα απ'ότι συμβαίνει τα αδερφάκια ενστικτωδώς γονάτισαν, λύγισαν τα χεράκια τους και κάθε ένα είπε την δική του ξεχωριστή ψιθυριστή προσευχή. Τότε... |
#14
|
|
||||
Τότε...
...τότε έγινε κάτι που κανείς δεν περίμενε να συμβεί:
Χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, και σε μια μακρινή πολιτεία, μια γυναίκα κοίταξε το ρολόι της που μετρούσε τις τελευταίες ώρες του χρόνου που έφευγε. - Προλαβαίνω να ρίξω μια ματιά σ' εκείνο το παραμύθι που γράφουν οι φίλοι μου. Σκέφτηκε η γυναίκα. Προλαβαίνω να δω τη συνέχεια! Και μπήκε στον υπολογιστή της, να διαβάσει το παραμύθι που μέρες τώρα είχε ξεκινήσει όλη η παρέα να γράφει. Το παραμύθι την περίμενε περίλυπο και μισοτελειωμένο. - Μη με αφήσεις κι εσύ μόνο μου τέτοια μέρα, την παρακάλεσε. Πρέπει να προλάβω να τελειώσω πριν να μπει ο καινούριος χρόνος. Κάνε κάτι για μένα... Εκείνη δεν ήξερε τί να πρωτοκάνει. Απ' τη μιά έπρεπε να ετοιμαστεί για το βράδυ της Πρωτοχρονιάς που θα γιόρταζαν όλοι. Κι απ' την άλλη, δεν της πήγαινε η καρδιά να παρατησει το μικρό παραμύθι στην τύχη του. Σκέφτηκε, σκέφτηκε και στο τέλος κάλεσε βοήθεια. Κάλεσε όλα τα παραμύθια που ήξερε και τους ζήτησε να της δανείσουν κι από κάτι, να το δώσει στο μισοτελειωμένο που περίμενε. Ήρθε λοιπόν η Χιονάτη κί έφερε -τί άλλο- χιόνια. Πυκνά και κατάλευκα. Ήρθε και το ασχημόπαπο και τους κάλεσε όλους στη μικρή του λίμνη. Ο κακός λύκος, έταξε να γίνει μην κυνηγήσει τα γουρουνάκια και να μην τρομάξει την κοκκινοσκουφίτσα. Το πριγκιπόπουλο πρότεινε ένα πάρτυ στον πύργο του κι ο παπουτσωμένος γάτος δάνεισε τις μπότες του να τις βάλουν μπροστά στο τζάκι της σταχτοπούτας. Ήρθε και το αηδόνι του αυτοκράτορα αλλά ήρθε μόνο του γιατί ο αυτοκράτορας έκανε τον κινέζο, μέχρι που βρέθηκε ένα παιδί που φώναξε οτι τον έβλεπε γυμνό. Ο βοσκοπούλα σοκαρίστηκε λιγάκι αλλά την παρηγόρησε ο καπνοδοχοκαθαριστής της. Κι όσο για τον Πήτερ Παν, πλησίασε στο παράθυρο που απόψε, του το είχαν διάπλατα ανοιχτό, να γυρίσει πίσω αν ήθελε. Μέσα σε όλα τούτα, επόμενο ήταν να ξυπνήσουν ο κυρ Θοδωρής και η Κυρά Μαρία, και ν΄αρχίσουν ν' αναζητούν τα παιδιά τους. Η ώρα στο μεταξύ περνούσε και η γυναίκα έπρεπε να πάει στις δουλειές της. Όλοι στο παραμ΄ύθι γλεντούσαν την τελευταία νύχτα του χρόνου αλλά τα παιδιά δεν είχαν φανεί ακόμα. Απελπισμένη κοιτούσε το ρολόι της ενώ ταυτόχρονα χτυπούσε βιαστικά το πληκτρολόγιο. Γιώργο, Κατερίνα, Πέτρο, πού είστε επιτέλους; Πού κρύβεστε; Ο χρόνος τελειώνει! Χο χο χο ... ακούστηκε ένα βροντερό γέλιο που όλο και πλησίαζε. Χο χο χο ...φάνηκε από μακριά ο κοκκινοντυμένος επισκέπτης των Χριστουγέννων. - Τώρα ήρθε η σειρά μου να μπω κι εγώ στο παραμύθι σας. Χο χο χο... λοιπόν, τα παιδιά θα τα φέρω εγώ. Εσεις συνεχίστε να γιορτάζετε και μην ανησυχήτε. Όταν μαζεύονται τα παραμύθια μόνο καλά πράγματα μπορούν να συμβούν. Εγώ πάω να μοιράσω τα δώρα κι απόψε θα κάνω μια εξαίρεση και θα πάρω μαζί μου τα τρία παιδιά. Τα χαράματα θα είμαστε πίσω ... Η ώρα είχε περάσει κι όλοι φώναζαν στη γυναίκα οτι θα φύγουν δίχως αυτήν. Εκείνη κοίταξε το παραμύθι στην οθόνη της κι αυτό της έκλεισε το μάτι. - Πήγαινε, της είπε. Πήγαινε και μη σε νοιάζει πιά για μένα. Έχω τόσους να γνωρίσω απόψε. Ήρθαν εδώ για χάρη μου. Και δεν με νοιάζει που δεν έχω τελειώσει ακόμα. Ίσα ίσα, αυτό μου αφήνει την ευκαιρία να σκεφτώ καλύτερα τί έχω γύρω μου και ποιό τέλος προτιμώ να διαλέξω. Πήγαινε και ...καλή χρονιά. ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΣΑΣ.
__________________
Λέω να βγω για Τζόκερ! |
#15
|
|
||||
Και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα
Τέλος
__________________
όταν γράφεται η ιστορία της ζωής σου, μην αφήνεις κανέναν να κρατάει την πένα |
Συνδεδεμένοι χρήστες που διαβάζουν αυτό το θέμα: 1 (0 μέλη και 1 επισκέπτες) | |
|
|