Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Από το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου 1943, πλήθος κόσμου, απίστευτα μεγάλου σε όγκο, στην κατοχική Αθήνα, πλημμύριζε τον χώρο του Α' νεκροταφείου.
Την προηγούμενη είχε πεθάνει ο Κωστής Παλαμάς....
Ο αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός έψαλε την νεκρώσιμη ακολουθία ο άλλος μεγάλος ποιητής της εποχής, ο Άγγελος Σικελιανός απήγγειλε το αποχαιρετιστήριο ποίημα.
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα! Ένα βουνό
με δάφνες αν υψώσουμε ως το Πήλιο κι ως την Όσσα,
κι αν το πυργώσουμε ως τον έβδομο ουρανό,
ποιόν κλεί, τι κι αν το πεί η δικιά μου γλώσσα;
Μα εσύ Λαέ, που τη φτωχή σου τη μιλιά,
Ήρωας την πήρε και την ύψωσε ως τ' αστέρια,
μεράσου τώρα τη θεϊκή φεγγοβολιά
της τέλειας δόξας του, ανασήκωσ' τον στα χέρια
γιγάντιο φλάμπουρο κι απάνω από μας
που τον υμνούμε με καρδιά αναμμένη,
πες μ' ένα μόνο ανασασμόν: "Ο Παλαμάς !",
ν' αντιβογκήσει τ' όνομά του η οικουμένη !
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βογκήστε τύμπανα πολέμου... Οι φοβερές
σημαίες, ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα ! Ένας λαός,
σηκώνοντας τα μάτια του τη βλέπει...
κι ακέριος φλέγεται ως με τ' άδυτο ο Ναός,
κι από ψηλά νεφέλη Δόξας τονε σκέπει.
Τι πάνωθέ μας, όπου ο άρρητος παλμός
της αιωνιότητας, αστράφτει αυτήν την ώρα
Ορφέας, Ηράκλειτος, Αισχύλος, Σολωμός
την άγια δέχονται ψυχή την τροπαιοφόρα,
που αφού το έργο της θεμέλιωσε βαθιά
στη γην αυτήν με μιαν ισόθεη Σκέψη,
τον τρισμακάριο τώρα πάει ψηλά τον Ίακχο
με τους αθάνατους θεούς για να χορέψει.
Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές,
δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα...
Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές
της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα !
Όταν τελείωσε η νεκρώσιμη ακολουθία, ο Σπύρος Μελάς, ο Άγγελος Σικελιανός και άλλοι καταξιωμένοι ποιητές μαζί με νέα παιδιά σήκωσαν το φέρετρο και κατευθύνθηκαν προς τον χώρο της ταφής.
Την ώρα που θα εναπόθεταν το φέρετρο μέσα στη γη, πλησίασε ο αντιπρόσωπος του κατακτητή να καταθέσει στεφάνι.
Τότε ο λογοτέχνης Γιώργος Κατσίμπαλης άρχισε να τραγουδά τον Εθνικό Ύμνο: «Σε γνωρίζω από την κόψη...». Ακολούθησε το συγκεντρωμένο πλήθος, «πρώτα δειλά –περιγράφει ο Κωνσταντίνος Τσάτσος– ύστερα η φωνή κατάκτησε όλον τον κόσμο, μυριόστομη. Ήταν η στιγμή η πιο συγκινητική.
Το Ζήτω η Ελευθερία που ακολούθησε, έγινε πνοή, στα στόματα χιλιάδων ανθρώπων...
Θα θελα να ήμουν εκεί σε μια γωνιά να το βιώσω.
Το έζησα σε μικρότερη ένταση στην κηδεία ενός άλλου μεγάλου ποιητή, του Γιώργου Σεφέρη, στην διάρκεια της χούντας των Συνταγματαρχών.
Την ώρα που τον έβαζαν στην Γη, χωρίς καμιά προετοιμασία, κάποιος ξεκίνησε να τραγουδάει το «στο περιγιάλι το κρυφό κι άσπρο σαν περιστέρι διψάσαμε το μεσημέρι μα το νερό γλυφό.».
Το τραγουδήσαμε όλοι μαζί και έβλεπα μάτια με δάκρυα δίπλα μου, δεν είμαι πολύ σίγουρος όμως, γιατί και τα δικά μου ήταν πλημμυρισμένα....
__________________
όταν γράφεται η ιστορία της ζωής σου,
μην αφήνεις κανέναν να κρατάει την πένα
|